14 Tendo dito isto, virou-se para trás e viu a Jesus em pé, mas sem saber que era ele.

15 Perguntou-lhe Jesus: Mulher, por que choras? a quem procuras? Ela, supondo ser ele o jardineiro, respondeu: Senhor, se tu o tiraste, dize-me onde o puseste, e eu o levarei.

16 Disse-lhe Jesus: Maria! Ela, virando-se, lhe disse em hebraico: Rabôni! (que quer dizer, Mestre).

14 Και αφου ειπε ταυτα, εστραφη εις τα οπισω και θεωρει τον Ιησουν ισταμενον, και δεν ηξευρεν οτι ειναι ο Ιησους.

15 Λεγει προς αυτην ο Ιησους· Γυναι, τι κλαιεις; τινα ζητεις; Εκεινη νομιζουσα οτι ειναι ο κηπουρος, λεγει προς αυτον· Κυριε, εαν συ εσηκωσας αυτον, ειπε μοι που εθεσας αυτον, και εγω θελω σηκωσει αυτον.

16 Λεγει προς αυτην ο Ιησους· Μαρια. Εκεινη στραφεισα λεγει προς αυτον· Ραββουνι, το οποιον λεγεται, Διδασκαλε.