1 Ouvi esta palavra que o SENHOR fala contra vós, filhos de Israel, contra toda a família que fiz subir da terra do Egito, dizendo:

2 De todas as famílias da terra só a vós vos tenho conhecido; portanto eu vos punirei por todas as vossas iniqüidades.

3 Porventura andarão dois juntos, se não estiverem de acordo?

4 Rugirá o leão no bosque, sem que tenha presa? Levantará o leãozinho no seu covil a sua voz, se nada tiver apanhado?

5 Cairá a ave no laço em terra, se não houver armadilha para ela? Levantar-se-á da terra o laço, sem que tenha apanhado alguma coisa?

6 Tocar-se-á a trombeta na cidade, e o povo não estremecerá? Sucederá algum mal na cidade, sem que o Senhor o tenha feito?

7 Certamente o Senhor DEUS não fará coisa alguma, sem ter revelado o seu segredo aos seus servos, os profetas.

8 Rugiu o leão, quem não temerá? Falou o Senhor DEUS, quem não profetizará?

9 Fazei ouvir isso nos palácios de Asdode, e nos palácios da terra do Egito, e dizei: Ajuntai-vos sobre os montes de Samaria, e vede que grandes alvoroços há no meio dela, e como são oprimidos dentro dela.

10 Porque não sabem fazer o que é reto, diz o Senhor, aqueles que entesouram nos seus palácios a violência e a destruição.

11 Portanto, o Senhor DEUS diz assim: O inimigo virá, e cercará a terra, derrubará a tua fortaleza, e os teus palácios serão saqueados.

12 Assim diz o Senhor: Como o pastor livra da boca do leão as duas pernas, ou um pedaço da orelha, assim serão livrados os filhos de Israel que habitam em Samaria, no canto da cama, e no damasco do leito.

13 Ouvi, e protestai contra a casa de Jacó, diz o Senhor DEUS, o Deus dos Exércitos;

14 Pois no dia em que eu punir as transgressões de Israel, também castigarei os altares de Betel; e as pontas do altar serão cortadas, e cairão por terra.

15 E ferirei a casa de inverno juntamente com a casa de verão; e as casas de marfim perecerão, e as grandes casas terão fim, diz o Senhor.

1 Ακουσατε τον λογον τουτον, τον οποιον ελαλησεν ο Κυριος εναντιον σας, υιοι Ισραηλ, εναντιον παντος του γενους, το οποιον ανεβιβασα εκ γης Αιγυπτου λεγων,

2 Εσας μονον εγνωρισα εκ παντων των γενων της γης· δια τουτο θελω σας τιμωρησει δια πασας τας ανομιας σας.

3 Δυνανται δυο να περιπατησωσιν ομου, εαν δεν ηναι συμφωνοι;

4 Θελει βρυχησει ο λεων εν τω δρυμω, εαν δεν εχη θηραν; θελει εκπεμψει την φωνην αυτου ο σκυμνος απο της κατοικιας αυτου, αν δεν επιασε τι;

5 Δυναται πτηνον να πεση εις παγιδα επι της γης, οπου δεν ειναι βροχος δι' αυτο; ηθελε σηκωθη παγις εκ της γης, χωρις να πιασθη τι;

6 Δυναται να ηχηση σαλπιγξ εν πολει και ο λαος να μη πτοηθη; δυναται να γεινη συμφορα εν πολει και ο Κυριος να μη εκαμεν αυτην;

7 Βεβαιως Κυριος ο Θεος δεν θελει καμει ουδεν, χωρις να αποκαλυψη το αποκρυφον αυτου εις τους δουλους αυτου τους προφητας.

8 Ο λεων εβρυχησε· τις δεν θελει φοβηθη; Κυριος ο Θεος ελαλησε· τις δεν θελει προφητευσει;

9 Κηρυξατε προς τα παλατια της Αζωτου και προς τα παλατια της γης της Αιγυπτου και ειπατε, Συναχθητε επι τα ορη της Σαμαρειας και ιδετε τους μεγαλους θορυβους εν μεσω αυτης και τας καταδυναστειας εν μεσω αυτης,

10 διοτι δεν εξευρουσι να πραττωσι το ορθον, λεγει Κυριος, οι θησαυριζοντες αδικιαν και αρπαγην εν τοις παλατιοις αυτων.

11 Δια τουτο ουτω λεγει Κυριος ο Θεος· Εχθρος θελει περικυκλωσει την γην σου και θελει καταβαλει την ισχυν σου απο σου και τα παλατια σου θελουσι διαρπαγη.

12 Ουτω λεγει Κυριος· Καθως ο ποιμην αποσπα απο του στοματος του λεοντος δυο σκελη η λοβον ωτιου, ουτω θελουσιν αποσπασθη οι υιοι Ισραηλ, οι κατοικουντες εν Σαμαρεια απο της γωνιας της κλινης και εν Δαμασκω απο της στρωμνης.

13 Ακουσατε και διαμαρτυρηθητε προς τον οικον Ιακωβ, λεγει Κυριος ο Θεος, ο Θεος των δυναμεων,

14 οτι καθ' ην ημεραν επισκεφθω τας παραβασεις του Ισραηλ επ' αυτον, θελω επισκεφθη και τα θυσιαστηρια της Βαιθηλ, και τα κερατα του θυσιαστηριου θελουσιν εκκοπη και πεσει κατα γης.

15 Και θελω παταξει τον χειμερινον οικον μετα του θερινου οικου, και οι οικοι οι ελεφαντινοι θελουσιν απολεσθη και οι οικοι οι μεγαλοι θελουσιν αφανισθη, λεγει Κυριος.