1 Ai daqueles que nas suas camas intentam a iniqüidade, e maquinam o mal; à luz da alva o praticam, porque está no poder da sua mão!

2 E cobiçam campos, e roubam-nos, cobiçam casas, e arrebatam-nas; assim fazem violência a um homem e à sua casa, a uma pessoa e à sua herança.

3 Portanto, assim diz o Senhor: Eis que projeto um mal contra esta família, do qual não tirareis os vossos pescoços, e não andareis tão altivos, porque o tempo será mau.

4 Naquele dia se levantará sobre vós um provérbio, e se lamentará pranto lastimoso, dizendo: Nós estamos inteiramente desolados; a porção do meu povo ele a troca; como me despoja! Tira os nossos campos e os reparte!

5 Portanto, não terás tu na congregação do Senhor quem lance o cordel pela sorte.

6 Não profetizeis aos que profetizam; eles não profetizarão para eles, pois não se apartará a sua vergonha.

7 Ó vós que sois chamados casa de Jacó, porventura encurtou-se o Espírito do Senhor? São estas as suas obras? E não é assim que fazem bem as minhas palavras ao que anda retamente?

8 Mas ontem, se levantou o meu povo como inimigo; de sobre a vestidura tirastes a capa daqueles que passavam seguros, como homens que voltavam da guerra.

9 Lançastes fora as mulheres do meu povo, da casa das suas delícias; das suas crianças tirastes para sempre a minha glória.

10 Levantai-vos, e ide-vos, porque este não é lugar de descanso; por causa da imundícia que traz destruição, sim, destruição enorme.

11 Se houver alguém que, andando com espírito de falsidade, mentir, dizendo: Eu te profetizarei sobre o vinho e a bebida forte; será esse tal o profeta deste povo.

12 Certamente te ajuntarei todo, ó Jacó; certamente congregarei o restante de Israel; pô-los-ei todos juntos, como ovelhas de Bozra; como o rebanho no meio do seu pasto, farão estrondo por causa da multidão dos homens.

13 Subirá diante deles o que abrirá o caminho; eles romperão, e entrarão pela porta, e sairão por ela; e o rei irá adiante deles, e o Senhor à testa deles.

1 Ουαι εις τους διαλογιζομενους ανομιαν και μηχανευομενους κακον εν ταις κλιναις αυτων· μολις φεγγει η αυγη και πραττουσιν αυτο, διοτι ειναι εν τη δυναμει της χειρος αυτων.

2 Και επιθυμουσιν αγρους και λαμβανουσι δια της βιας, και οικους και αρπαζουσιν αυτους· ουτω διαρπαζουσιν ανθρωπον και τον οικον αυτου, ναι, ανθρωπον και την κληρονομιαν αυτου.

3 δια τουτο ουτω λεγει Κυριος· Ιδου, εναντιον του γενους τουτου εγω βουλευομαι κακον, εκ του οποιου δεν θελετε ελευθερωσει τους τραχηλους σας ουδε θελετε περιπατει υπερηφανως, διοτι ο καιρος ουτος ειναι κακος.

4 Εν τη ημερα εκεινη θελει ληφθη παροιμια εναντιον σας, και θελει θρηνησει ο θρηνων με θρηνον και ειπει, Διολου ηφανισθημεν· ηλλοιωσε την μεριδα του λαου μου· πως απεμακρυνεν αυτην απ' εμου· αντι να αποδωση, διεμερισε τους αγρους ημων.

5 Δια τουτο συ δεν θελεις εχει τινα βαλλοντα σχοινιον δια κληρον, εν τη συναξει του Κυριου.

6 Μη προφητευετε, οι προφητευοντες· δεν θελουσι προφητευσει εις αυτους· η αισχυνη αυτων δεν θελει απομακρυνθη.

7 Ω συ, ο καλουμενος οικος Ιακωβ, εσμικρυνθη το πνευμα του Κυριου; ειναι τοιαυτα τα επιτηδευματα αυτου; οι λογοι μου δεν καμνουσι καλον εις τον ορθως περιπατουντα;

8 Και προτερον ο λαος μου επανεστη ως εχθρος· το επενδυμα μετα του χιτωνος αρπαζετε απο των διαβαινοντων αφοβως, των επιστρεφοντων απο του πολεμου.

9 Τας γυναικας του λαου μου εξωσατε απο των τερπνων αυτων οικων· απο των τεκνων αυτων αφηρεσατε την δοξαν μου διαπαντος.

10 Σηκωθητε και αναχωρησατε, διοτι αυτη δεν ειναι η αναπαυσις σας· επειδη εμιανθη, θελει σας αφανισει, μαλιστα εν σκληρω αφανισμω.

11 Εαν τις περιπατη κατα το πνευμα αυτου και λαλη ψευδη, λεγων, Θελω προφητευσει εις σε περι οινου και σικερα, ουτος βεβαιως θελει εισθαι ο προφητης του λαου τουτου.

12 Θελω βεβαιως σε συναξει ολον Ιακωβ· θελω βεβαιως συλλεξει το υπολοιπον του Ισραηλ· θελω θεσει αυτους ομου ως προβατα της Βοσορρας, ως ποιμνιον εν μεσω της μανδρας αυτων· μεγαν θορυβον θελουσι καμει εκ του πληθους των ανθρωπων.

13 Ο διαρρηγνυων ανεβη εμπροσθεν αυτων· διερρηξαν και διεβησαν δια της πυλης και εξηλθον δι' αυτης· και ο βασιλευς αυτων θελει διαβη εμπροσθεν αυτων και ο Κυριος επι κεφαλης αυτων.