1 Mis me nüüd ütleme? Kas peame jääma patusse, et arm suureneks?
2 Ei milgi kombel! Meie, kes oleme ära surnud patule, kuidas peaksime veel elama selles?
3 Või te ei tea, et nii mitu, kui meid on ristitud Kristusesse Jeesusesse, oleme ristitud Tema surmasse?
4 Me oleme siis surmasse ristimise kaudu ühes Temaga maha maetud, et otsekui Kristus on surnuist üles äratatud Isa au läbi, nõnda meiegi käiksime uues elus.
5 Sest kui me oleme kasvanud ühte Tema surma sarnasusega, siis saame üheks ka Tema ülestõusmise sarnasusega,
6 kuna me seda teame, et meie vana inimene on ühes temaga risti löödud, et patuihu kaotataks, nõnda et me enam ei orjaks pattu;
7 sest kes on surnud, see on õigeks mõistetud patust.
8 Aga kui me ühes Kristusega oleme surnud, siis usume, et me ühes Temaga saame ka elama.
9 Sest me teame, et Kristus pärast seda, kui Ta surnuist üles äratati, enam ei sure; surm ei valitse enam Tema üle.
10 Sest mis Ta suri, seda Ta suri patule ühe korra; aga mis Ta elab, elab Ta Jumalale.
11 Nõnda arvake teiegi endid surnud olevat patule, aga elavat Jumalale Kristuses Jeesuses.
12 Seepärast ärgu valitsegu siis patt teie surelikus ihus, et te kuulaksite teda tema himudes.
13 Ärge ka mitte andke oma liikmeid ülekohtu relviks patule, vaid andke iseendid Jumalale kui need, kes surnuist on saanud elavaks, ja oma liikmed õiguse relviks Jumalale.
14 Sest patt ei tohi teie üle valitseda, sellepärast et teie ei ole käsu all, vaid armu all.
15 Kuidas siis? Kas hakkame pattu tegema, sest me ei ole käsu all, vaid armu all? Mitte sugugi!
16 Eks te tea, et kelle orjaks te hakkate sõnakuulmises, selle orjad te olete, kelle sõna te kuulete, kas patu orjad surmaks või sõnakuulmise orjad õiguseks?
17 Aga tänu Jumalale, et te olite patu orjad, aga nüüd olete südamest saanud sõnakuulelikuks sellele õpetuse väljendusele, mille juurde teid on juhatatud,
18 ja et te patust vabanenuina olete saanud õiguse orjadeks!
19 Ma räägin inimese kombel teie liha nõtruse pärast. Sest otsekui te oma liikmed andsite orjadeks rüvedusele ja ülekohtule, selleks et käsust üle astuda, nõnda andke nüüd oma liikmed õiguse orjadeks pühitsusele.
20 Sest kui te olite patu orjad, olite vabad õigusest.
21 Mis vilja te kandsite siis? Niisugust, millest teil nüüd on häbi! Sest selle lõpp on surm!
22 Aga nüüd, et te olete saanud patust vabaks ja Jumala orjadeks, on teie vili pühitsuseks ja selle lõpp on igavene elu.
23 Sest patu palk on surm, aga Jumala armuand on igavene elu Kristuses Jeesuses, meie Issandas!
1 τι ουν ερουμεν επιμενουμεν τη αμαρτια ινα η χαρις πλεοναση
2 μη γενοιτο οιτινες απεθανομεν τη αμαρτια πως ετι ζησομεν εν αυτη
3 η αγνοειτε οτι οσοι εβαπτισθημεν εις χριστον ιησουν εις τον θανατον αυτου εβαπτισθημεν
4 συνεταφημεν ουν αυτω δια του βαπτισματος εις τον θανατον ινα ωσπερ ηγερθη χριστος εκ νεκρων δια της δοξης του πατρος ουτως και ημεις εν καινοτητι ζωης περιπατησωμεν
5 ει γαρ συμφυτοι γεγοναμεν τω ομοιωματι του θανατου αυτου αλλα και της αναστασεως εσομεθα
6 τουτο γινωσκοντες οτι ο παλαιος ημων ανθρωπος συνεσταυρωθη ινα καταργηθη το σωμα της αμαρτιας του μηκετι δουλευειν ημας τη αμαρτια
7 ο γαρ αποθανων δεδικαιωται απο της αμαρτιας
8 ει δε απεθανομεν συν χριστω πιστευομεν οτι και συζησομεν αυτω
9 ειδοτες οτι χριστος εγερθεις εκ νεκρων ουκετι αποθνησκει θανατος αυτου ουκετι κυριευει
10 ο γαρ απεθανεν τη αμαρτια απεθανεν εφαπαξ ο δε ζη ζη τω θεω
11 ουτως και υμεις λογιζεσθε εαυτους νεκρους μεν ειναι τη αμαρτια ζωντας δε τω θεω εν χριστω ιησου τω κυριω ημων
12 μη ουν βασιλευετω η αμαρτια εν τω θνητω υμων σωματι εις το υπακουειν αυτη εν ταις επιθυμιαις αυτου
13 μηδε παριστανετε τα μελη υμων οπλα αδικιας τη αμαρτια αλλα παραστησατε εαυτους τω θεω ως εκ νεκρων ζωντας και τα μελη υμων οπλα δικαιοσυνης τω θεω
14 αμαρτια γαρ υμων ου κυριευσει ου γαρ εστε υπο νομον αλλ υπο χαριν
15 τι ουν αμαρτησομεν οτι ουκ εσμεν υπο νομον αλλ υπο χαριν μη γενοιτο
16 ουκ οιδατε οτι ω παριστανετε εαυτους δουλους εις υπακοην δουλοι εστε ω υπακουετε ητοι αμαρτιας εις θανατον η υπακοης εις δικαιοσυνην
17 χαρις δε τω θεω οτι ητε δουλοι της αμαρτιας υπηκουσατε δε εκ καρδιας εις ον παρεδοθητε τυπον διδαχης
18 ελευθερωθεντες δε απο της αμαρτιας εδουλωθητε τη δικαιοσυνη
19 ανθρωπινον λεγω δια την ασθενειαν της σαρκος υμων ωσπερ γαρ παρεστησατε τα μελη υμων δουλα τη ακαθαρσια και τη ανομια εις την ανομιαν ουτως νυν παραστησατε τα μελη υμων δουλα τη δικαιοσυνη εις αγιασμον
20 οτε γαρ δουλοι ητε της αμαρτιας ελευθεροι ητε τη δικαιοσυνη
21 τινα ουν καρπον ειχετε τοτε εφ οις νυν επαισχυνεσθε το γαρ τελος εκεινων θανατος
22 νυνι δε ελευθερωθεντες απο της αμαρτιας δουλωθεντες δε τω θεω εχετε τον καρπον υμων εις αγιασμον το δε τελος ζωην αιωνιον
23 τα γαρ οψωνια της αμαρτιας θανατος το δε χαρισμα του θεου ζωη αιωνιος εν χριστω ιησου τω κυριω ημων