1 Ας φοβηθωμεν λοιπον μηποτε, ενω μενει εις ημας επαγγελια να εισελθωμεν εις την καταπαυσιν αυτου, φανη τις εξ υμων οτι υστερηθη αυτης.
2 Διοτι ημεις ευηγγελισθημεν, καθως και εκεινοι· αλλα δεν ωφελησεν εκεινους ο λογος, τον οποιον ηκουσαν, επειδη δεν ητο εις τους ακουσαντας ηνωμενος με την πιστιν.
3 Διοτι εισερχομεθα εις την καταπαυσιν ημεις οι πιστευσαντες, καθως ειπεν· Ουτως ωμοσα εν τη οργη μου, δεν θελουσιν εισελθει εις την καταπαυσιν μου· αν και τα εργα αυτου ετελειωσαν απο καταβολης κοσμου.
4 Διοτι ειπεν εν μερει τινι περι της εβδομης ουτω· Και κατεπαυσεν ο Θεος εν τη ημερα τη εβδομη απο παντων των εργων αυτου·
5 και εν τουτω παλιν· Δεν θελουσιν εισελθει εις την καταπαυσιν μου.
6 Επειδη λοιπον μενει να εισελθωσι τινες εις αυτην, και οι προτερον ευαγγελισθεντες δεν εισηλθον δι' απειθειαν
7 παλιν διοριζει ημεραν τινα, Σημερον, λεγων δια του Δαβιδ, μετα τοσουτον καιρον, καθως ειρηται· Σημερον, εαν της φωνης αυτου ακουσητε, μη σκληρυνητε τας καρδιας σας.
8 Διοτι εαν ο Ιησους σου Ναυη ειχε δωσει εις αυτους καταπαυσιν, δεν ηθελε μετα ταυτα λαλει περι αλλης ημερας.
9 Αρα μενει καταπαυσις εις τον λαον του Θεου.
10 Διοτι ο εισελθων εις την καταπαυσιν αυτου και αυτος κατεπαυσεν απο των εργων αυτου, καθως ο Θεος απο των εαυτου.
11 Ας σπουδασωμεν λοιπον να εισελθωμεν εις εκεινην την καταπαυσιν, δια να μη πεση τις εις το αυτο παραδειγμα της απειθειας.
12 Διοτι ο λογος του Θεου ειναι ζων και ενεργος και κοπτερωτερος υπερ πασαν διστομον μαχαιραν και διερχεται μεχρι διαιρεσεως ψυχης τε και πνευματος, αρμων τε και μυελων, και διερευνα τους διαλογισμους και τας εννοιας της καρδιας·
13 και δεν ειναι ουδεν κτισμα αφανες ενωπιον αυτου, αλλα παντα ειναι γυμνα και τετραχηλισμενα εις τους οφθαλμους αυτου, προς ον εχομεν να δωσωμεν λογον.
14 Εχοντες λοιπον αρχιερεα μεγαν, οστις διηλθε τους ουρανους, Ιησουν τον Υιον του Θεου, ας κρατωμεν την ομολογιαν.
15 Διοτι δεν εχομεν αρχιερεα μη δυναμενον να συμπαθηση εις τας ασθενειας ημων, αλλα πειρασθεντα κατα παντα καθ ' ομοιοτητα ημων χωρις αμαρτιας.
16 Ας πλησιαζωμεν λοιπον μετα παρρησιας εις τον θρονον της χαριτος, δια να λαβωμεν ελεος και να ευρωμεν χαριν προς βοηθειαν εν καιρω χρειας.
1 Todėl, kol tebegalioja pažadas įeiti į Jo poilsį, bijokime, kad kuris nors iš jūsų nepasirodytų pavėlavęs.
2 Mums, kaip ir jiems, buvo paskelbta Evangelija. Bet išgirstas žodis neišėjo jiems į naudą, nes nebuvo sujungtas su girdėjusiųjų tikėjimu.
3 O mes, įtikėjusieji, einame į tą poilsį, kaip Jo pasakyta: "Aš prisiekiau savo rūstybėje: ‘Jie neįeis į mano poilsį’ ", nors darbai buvo užbaigti nuo pasaulio sutvėrimo.
4 Jis vienoje vietoje pasakė apie septintąją dieną: "Septintąją dieną Dievas ilsėjosi po visų savo darbų".
5 Ir vėl anoje vietoje: "Jie neįeis į mano poilsį".
6 Kadangi kai kuriems belieka įeiti, o tie, kuriems pirma buvo paskelbta Evangelija, neįėjo dėl neklusnumo,
7 Jis vėl nustato tam tikrą dieną, po tiek daug laiko, kartodamas Dovydo lūpomis,"šiandien",kaip ir buvo pasakyta: "Šiandien, jei išgirsite Jo balsą, neužkietinkite savo širdžių".
8 Jeigu Jozuė būtų juos įvedęs į poilsį, Dievas nebūtų po to kalbėjęs apie kitą dieną.
9 Taigi sabato poilsis tebepasilieka Dievo tautai,
10 nes, kas įeina į Jo poilsį, taip pat ilsisi po savo darbų, kaip Dievas ilsėjosi po savųjų.
11 Tad stenkimės įeiti į tą poilsį, kad niekas nebenupultų, sekdamas ano neklusnumo pavyzdžiu.
12 Dievo žodis yra gyvas ir veiksmingas, aštresnis už bet kokį dviašmenį kalaviją. Jis prasiskverbia iki pat sielos ir dvasios atšakos, iki sąnarių ir kaulų smegenų, ir teisia širdies mintis bei sumanymus.
13 Ir joks kūrinys nėra paslėptas nuo Jo žvilgsnio, bet visa yra nuoga ir atidengta akims To, kuriam turėsime duoti apyskaitą.
14 Taigi, turėdami didį vyriausiąjį Kunigą, praėjusį pro dangus Dievo Sūnų Jėzų, tvirtai laikykimės mūsų išpažinimo.
15 Juk mes turime ne tokį vyriausiąjį Kunigą, kuris negalėtų atjausti mūsų silpnybių, bet, kaip ir mes, visaip gundytą, tačiau nenusidėjusį.
16 Todėl drąsiai artinkimės prie malonės sosto, kad gautume gailestingumą ir rastume malonę pagalbai reikiamu metu.