1 Και την ογδοην ημεραν ο Μωυσης εκαλεσε τον Ααρων και τους υιους αυτου και τους πρεσβυτερους του Ισραηλ·
2 και ειπε προς τον Ααρων, Λαβε εις σεαυτον μοσχον εκ βοων δια προσφοραν περι αμαρτιας και κριον δια ολοκαυτωμα αμωμα και προσφερε αυτα εμπροσθεν του Κυριου.
3 Και εις τους υιους του Ισραηλ θελεις λαλησει, λεγων, Λαβετε τραγον εξ αιγων δια προσφοραν περι αμαρτιας και μοσχον και αρνιον ενιαυσια, αμωμα, δια ολοκαυτωμα,
4 και βουν και κριον δια ειρηνικην προσφοραν, εις θυσιαν εμπροσθεν του Κυριου, και προσφοραν εξ αλφιτων εζυμωμενην μετα ελαιου· διοτι σημερον θελει εμφανισθη ο Κυριος εις εσας.
5 Και εφεραν ο, τι προσεταξεν ο Μωυσης εμπροσθεν της σκηνης του μαρτυριου· και επλησιασε πασα η συναγωγη και εσταθη εμπροσθεν του Κυριου.
6 Και ειπεν ο Μωυσης, Ουτος ειναι ο λογος τον οποιον προσεταξε Κυριος να καμνητε· και θελει εμφανισθη εις εσας η δοξα του Κυριου.
7 Και ειπεν ο Μωυσης προς τον Ααρων, Προσελθε εις το θυσιαστηριον και καμε την περι αμαρτιας προσφοραν σου, και το ολοκαυτωμα σου και καμε εξιλεωσιν υπερ σεαυτου και υπερ του λαου· και προσφερε το δωρον του λαου και καμε εξιλεωσιν υπερ αυτων, καθως προσεταξεν ο Κυριος.
8 Και προσηλθεν ο Ααρων εις το θυσιαστηριον και εσφαξε τον μοσχον της περι αμαρτιας προσφορας, οστις ητο δι' αυτον.
9 Και οι υιοι του Ααρων εφεραν το αιμα προς αυτον· και ενεβαψε τον δακτυλον αυτου εις το αιμα και εβαλεν επι τα κερατα του θυσιαστηριου και εχυσε το αιμα εις την βασιν του θυσιαστηριου.
10 Το στεαρ ομως και τους νεφρους και τον επανω λοβον του ηπατος της περι αμαρτιας προσφορας εκαυσεν επι του θυσιαστηριου, καθως προσεταξεν ο Κυριος εις τον Μωυσην.
11 Το δε κρεας και το δερμα εκαυσεν εν πυρι εξω του στρατοπεδου.
12 Και εσφαξε το ολοκαυτωμα· και οι υιοι του Ααρων παρεστησαν εις αυτον το αιμα, και ερραντισεν αυτο επι του θυσιαστηριου κυκλω.
13 Και εφεραν προς αυτον το ολοκαυτωμα διαμεμελισμενον και την κεφαλην· και εκαυσεν αυτα επι του θυσιαστηριου.
14 Και επλυνε τα εντοσθια και τους ποδας· και εκαυσεν αυτα επι το ολοκαυτωμα επι του θυσιαστηριου.
15 Και προσεφερε το δωρον του λαου· και ελαβε τον τραγον της περι αμαρτιας προσφορας του λαου και εσφαξεν αυτον, και προσεφερεν αυτον περι αμαρτιας, καθως και το πρωτον.
16 Και προσεφερε το ολοκαυτωμα και εκαμεν αυτο κατα το διατεταγμενον.
17 Και προσεφερε την εξ αλφιτων προσφοραν· και ενεπλησε την χειρα αυτου απ' αυτης και εκαυσεν αυτην επι του θυσιαστηριου, εκτος του πρωινου ολοκαυτωματος.
18 Εσφαξεν ετι τον βουν και τον κριον της ειρηνικης θυσιας της υπερ του λαου· και οι υιοι του Ααρων παρεστησαν το αιμα προς αυτον, και ερραντισεν αυτο επι του θυσιαστηριου κυκλω,
19 και το στεαρ του βοος και του κριου, την ουραν και το στεαρ το καλυπτον τα εντοσθια και τους νεφρους και τον λοβον του ηπατος·
20 και εθεσαν τα στεατα επι τα στηθη, και εκαυσε τα στεατα επι του θυσιαστηριου·
21 τα δε στηθη και τον ωμον τον δεξιον εκινησεν ο Ααρων εις προσφοραν κινητην ενωπιον του Κυριου, καθως προσεταξεν ο Μωυσης.
22 Και υψωσας ο Ααρων τας χειρας αυτου προς τον λαον, ευλογησεν αυτους· και κατεβη, αφου προσεφερε την περι αμαρτιας προσφοραν και το ολοκαυτωμα και τας ειρηνικας προσφορας.
23 Και εισηλθεν ο Μωυσης και ο Ααρων εις την σκηνην του μαρτυριου· και εξελθοντες ευλογησαν τον λαον· και εφανη η δοξα του Κυριου εις παντα τον λαον.
24 Και εξηλθε πυρ απ' εμπροσθεν του Κυριου και κατεφαγεν επι του θυσιαστηριου το ολοκαυτωμα, και τα στεατα· ιδων δε πας ο λαος ηλαλαξαν και επεσον κατα προσωπον αυτων.
1 Aštuntą dieną Mozė pasišaukė Aaroną, jo sūnus bei Izraelio vyresniuosius
2 ir tarė Aaronui: "Imk iš bandos veršį aukai už nuodėmę ir aviną deginamajai aukai, abu sveikus, ir juos aukok Viešpačiui.
3 O Izraelio vaikams sakyk: ‘Imkite aukai už nuodėmę ožį, metinį veršį bei avinėlį deginamajai aukai,
4 padėkos aukai jautį ir aviną, kad aukotumėte juos Viešpaties akivaizdoje, ir duonos auką, sumaišytą su aliejumi, nes šiandien jums pasirodys Viešpats’ ".
5 Jie atgabeno prie Susitikimo palapinės visa, ką Mozė liepė. Ir visa tauta priartėjo ir atsistojo prieš Viešpatį.
6 Mozė tarė: "Tai padaryti įsakė Viešpats, ir Viešpaties šlovė pasirodys jums".
7 Tada Mozė sakė Aaronui: "Eik prie aukuro ir aukok savo auką už nuodėmę ir deginamąją auką, ir atlik sutaikinimą už save, ir aukok tautos auką, ir sutaikink ją, kaip Viešpats įsakė".
8 Aaronas priėjo prie aukuro ir papjovė veršį aukai už savo nuodėmę.
9 Jo sūnūs padavė jam aukos kraujo, o jis, pamirkęs jame pirštą, patepė aukuro ragus ir likusį kraują išliejo prie jo papėdės.
10 Aukos už nuodėmę taukus, inkstus ir kepenų tinklelį sudegino ant aukuro, kaip Viešpats įsakė Mozei,
11 o mėsą ir odą sudegino už stovyklos.
12 Po to papjovė deginamąją auką. Jo sūnūs padavė jam jos kraują, kurį jis šlakstė aplink aukurą.
13 Padavė jam taip pat sukapotą į gabalus pačią auką ir jos galvą. Visa tai jis sudegino ant aukuro.
14 Apiplovęs vandeniu vidurius ir kojas, taip pat sudegino ant aukuro.
15 Po to jis aukojo tautos auką. Paėmęs ožį, aukojo jį už tautos nuodėmę, ir papjovė jį, kaip ir pirmąją auką už nuodėmę.
16 Ir jis aukojo deginamąją auką, kaip įsakyta.
17 Ir atnešė duonos auką, ir, paėmęs jos saują, sudegino ant aukuro, neskaitant rytinės deginamosios aukos.
18 Papjovė taip pat jautį ir aviną kaip tautos padėkos auką. Aarono sūnūs padavė jam kraują, kurį jis šlakstė aplink aukurą.
19 Jaučio ir avino uodegą, inkstus su taukais bei kepenų tinklelį
20 padėjo ant krūtinių ir sudegino taukus ant aukuro,
21 o krūtines ir dešinius pečius Aaronas paėmęs siūbavo Viešpaties akivaizdoje, kaip Mozė buvo įsakęs.
22 Tada Aaronas, ištiesęs ranką į tautą, palaimino ją. Baigęs aukoti aukas už nuodėmes, deginamąsias ir padėkos aukas, pasitraukė nuo aukuro.
23 Po to Mozė ir Aaronas įėjo Susitikimo palapinėn. Išėję palaimino tautą. Viešpaties šlovė pasirodė visiems žmonėms.
24 Atėjusi nuo Viešpaties ugnis prarijo deginamąją auką ir buvusius ant aukuro taukus. Tai išvydusi, minia šaukė ir parpuolė savo veidais į žemę.