1 Quanto às carnes oferecidas aos ídolos, somos esclarecidos, possuímos todos a ciência... Porém, a ciência incha, a caridade constrói.

2 Se alguém pensa que sabe alguma coisa, ainda não conhece nada como convém conhecer.

3 Mas, se alguém ama a Deus, esse é conhecido por ele.

4 Assim, pois, quanto ao comer das carnes imoladas aos ídolos, sabemos que não existem realmente ídolos no mundo e que não há outro Deus, senão um só.

5 Pretende-se, é verdade, que existam outros deuses, quer no céu quer na terra {e há um bom número desses deuses e senhores}.

6 Mas, para nós, há um só Deus, o Pai, do qual procedem todas as coisas e para o qual existimos, e um só Senhor, Jesus Cristo, por quem todas as coisas existem e nós também.

7 Todavia, nem todos têm esse conhecimento. Alguns, habituados ao modo antigo de considerar o ídolo, comem a carne como sacrificada ao ídolo; e sua consciência, por ser débil, se mancha.

8 Não é, entretanto, a comida que nos torna agradáveis a Deus: comendo, não ganhamos nada; e não comendo, nada perdemos.

9 Atenção, porém: que essa vossa liberdade não venha a ser ocasião de queda aos fracos.

10 Se alguém te vir, a ti que és instruído, sentado à mesa no templo dos ídolos, não se sentirá, por fraqueza de consciência, também autorizado a comer do sacrifício aos ídolos?

11 E assim por tua ciência vai se perder quem é fraco, um irmão, pelo qual Cristo morreu!

12 Assim, pecando vós contra os irmãos e ferindo sua débil consciência, pecais contra Cristo.

13 Pelo que, se a comida serve de ocasião de queda a meu irmão, jamais comerei carne, a fim de que eu não me torne ocasião de queda para o meu irmão.

1 Περι δε των ειδωλοθυτων, εξευρομεν οτι παντες εχομεν γνωσιν, η γνωσις ομως φυσιοι, η δε αγαπη οικοδομει.

2 Και εαν τις νομιζη οτι εξευρει τι, δεν εμαθεν οτι ουδεν καθως πρεπει να μαθη·

3 αλλ' εαν τις αγαπα τον Θεον, ουτος γνωριζεται υπ' αυτου.

4 Περι της βρωσεως λοιπον των ειδωλοθυτων, εξευρομεν οτι το ειδωλον ειναι ουδεν εν τω κοσμω, και οτι δεν υπαρχει ουδεις αλλος Θεος ειμη εις.

5 Διοτι αν και ηναι λεγομενοι θεοι ειτε εν τω ουρανω ειτε επι της γης, καθως και ειναι θεοι πολλοι και κυριοι πολλοι,

6 αλλ' εις ημας ειναι εις Θεος ο Πατηρ, εξ ου τα παντα και ημεις εις αυτον, και εις Κυριος Ιησους Χριστος, δι' ου τα παντα και ημεις δι' αυτου.

7 Αλλα δεν ειναι εις παντας η γνωσις αυτη· τινες δε δια την συνειδησιν του ειδωλου εως σημερον τρωγουσι το ειδωλοθυτον ως ειδωλοθυτον, και η συνειδησις αυτων ασθενης ουσα μολυνεται.

8 το φαγητον ομως δεν συνιστα ημας εις τον Θεον· διοτι ουτε εαν φαγωμεν περισσευομεν, ουτε εαν δεν φαγωμεν ελαττουμεθα.

9 Πλην προσεχετε μηπως αυτη η εξουσια σας γεινη προσκομμα εις τους ασθενεις.

10 Διοτι εαν τις ιδη σε, τον εχοντα γνωσιν, οτι καθησαι εις τραπεζαν εντος ναου ειδωλων, δεν θελει ενθαρρυνθη η συνειδησις αυτου, ασθενουντος, εις το να τρωγη τα ειδωλοθυτα;

11 Και δια την γνωσιν σου θελει απολεσθη ο ασθενης αδελφος, δια τον οποιον ο Χριστος απεθανεν.

12 Αμαρτανοντες δε ουτως εις τους αδελφους και προσβαλλοντες την ασθενη συνειδησιν αυτων, εις τον Χριστον αμαρτανετε.

13 Δια τουτο, εαν το φαγητον σκανδαλιζη τον αδελφον μου, δεν θελω φαγει κρεας εις τον αιωνα, δια να μη σκανδαλισω τον αδελφον μου.