1 Ouvi este oráculo, novilhas de Basã, que viveis na montanha de Samaria! Vós que oprimis os fracos e maltratais os pobres, vós que dizeis a vossos maridos: Trazei, e festejemos!

2 O Senhor Javé jurou pela sua santidade: Eis que virão dias para vós, em que vos arrastarão com relhas, e vossa posteridade com arpões.

3 Saireis pelas brechas, a cada uma diante de si, e sereis lançadas para o Hermon - oráculo do Senhor.

4 Ide a Betel e pecai! Ide a Gálgala e pecai ainda mais! Trazei cada manhã vossos sacrifícios, e ao terceiro dia vossos dízimos.

5 Queimai com fermento vossas ofertas de ação de graças; anunciai, publicai oblações voluntárias! Porque isto é o que amais, filhos de Israel - oráculo do Senhor Javé.

6 Por isso, vos permiti a fome em todas as vossas cidades, a penúria de pão em todas as vossas localidades; mas não vos voltastes para mim - oráculo do Senhor.

7 Também vos suspendi a chuva três meses antes da colheita: fiz que chovesse sobre uma cidade, e não sobre outra; um campo recebeu as chuvas, e outro, sem a chuva, secou.

8 Duas, três cidades foram a uma outra para beber água, e não apagaram a sede; mas não vos voltastes para mim - oráculo do Senhor.

9 Eu vos feri com a ferrugem e a mangra no trigo; vossos numerosos jardins, vossas vinhas, vossas figueiras e vossos olivais foram devorados pelos gafanhotos; mas não vos voltastes para mim - oráculo do Senhor.

10 Mandei-vos uma peste semelhante {à de outrora} no Egito; feri com a espada os vossos jovens, e vossos cavalos foram tomados como espólio; fiz chegar ao vosso nariz o cheiro infecto de vossos acampamentos, mas não vos voltastes para mim - oráculo do Senhor.

11 Causei no meio de vós uma confusão semelhante ao cataclismo divino de Sodoma e de Gomorra; ficastes como um tição que se tira do fogo, mas não vos voltastes para mim - oráculo do Senhor.

12 Por isso, Israel, eis o que te infligirei; e porque te farei isso, prepara-te, Israel, para sair ao encontro de teu Deus!

13 Porque aquele que formou os montes e criou o vento, aquele que revela ao homem seus próprios pensamentos, e que muda as trevas em aurora e que anda por cima das alturas da terra, o seu nome é o Senhor, o Deus dos exércitos!

1 Ακουσατε τον λογον τουτον, δαμαλεις της Βασαν, αι εν τω ορει της Σαμαρειας, αι καταδυναστευουσαι τους πτωχους, αι καταθλιβουσαι τους πενητας, αι λεγουσαι προς τους κυριους αυτων, Φερετε και ας πιωμεν.

2 Κυριος ο Θεος ωμοσεν εις την αγιοτητα αυτου οτι ιδου, ημεραι ερχονται εις υμας, καθ' ας θελουσι σας πιασει με αγκιστρα και τους απογονους σας με καμακια αλιευτικα.

3 Και θελετε εξελθει απο τας χαλαστρας εκαστη απ' ευθειας ενωπιον αυτης, και θελετε απορριψει παντα τα του παλατιου, λεγει Κυριος.

4 Ελθετε εις Βαιθηλ και ασεβησατε· εν Γαλγαλοις πληθυνατε την ασεβειαν· και φερετε τας θυσιας σας κατα πασαν πρωιαν, τα δεκατα σας κατα πασαν τριετιαν.

5 Και προσφερετε εις θυσιαν ευχαριστιας αρτον ενζυμον, και κηρυξατε τας αυτοπροαιρετους προσφορας· αναγγειλατε αυτας· διοτι ουτως αγαπατε, υιοι Ισραηλ, λεγει Κυριος ο Θεος.

6 Και εγω οτι σας εδωκα πειναν εν πασαις ταις πολεσιν υμων και ελλειψιν αρτου εν πασι τοις τοποις υμων, και δεν επεστρεψατε προς εμε, λεγει Κυριος.

7 Και εγω προσετι εκρατησα την βροχην απο σας, οτε εμενον τρεις μηνες ετι εως του θερους· και εβρεξα επι μιαν πολιν και επι αλλην πολιν δεν εβρεξα· μια μερις εβραχη και η μερις, επι την οποιαν δεν εβρεξεν εξηρανθη.

8 Ουτω δυο τρεις πολεις υπηγαν περιπλανωμεναι εις μιαν πολιν να πιωσιν υδωρ και δεν εχορτασθησαν, και δεν επεστρεψατε προς εμε, λεγει Κυριος.

9 Σας επαταξα με ανεμοφθοριαν και ερυσιβην· το πληθος των κηπων σας και των αμπελωνων σας και των συκεωνων σας και των ελαιωνων σας κατεφαγεν η καμπη, και δεν επεστρεψατε προς εμε, λεγει Κυριος.

10 Εξαπεστειλα εφ' ημας θανατικον κατα τον τροπον της Αιγυπτου· τους νεανισκους σας εθανατωσα εν ρομφαια, αιχμαλωτισας και τους ιππους σας· και ανεβιβασα την δυσωδιαν των στρατοπεδων σας εως των μυκτηρων σας, και δεν επεστρεψατε προς εμε, λεγει Κυριος.

11 Σας κατεστρεψα, καθως ο Θεος κατεστρεψε τα Σοδομα και τα Γομορρα, και εγεινετε ως δαυλος απεσπασμενος απο της πυρκαιας, και δεν επεστρεψατε προς εμε, λεγει Κυριος.

12 Δια τουτο ουτω θελω καμει εις σε, Ισραηλ· οθεν, επειδη θελω καμει τουτο εις σε, ετοιμασθητι να απαντησης τον Θεον σου, Ισραηλ.

13 Διοτι ιδου, ο μορφων τα ορη και κατασκευαζων τον ανεμον και απαγγελλων προς τον ανθρωπον τις ειναι ο στοχασμος αυτου, ο ποιων την αυγην σκοτος και επιβαινων επι τα υψη της γης, Κυριος ο Θεος των δυναμεων ειναι το ονομα αυτου.