1 Enquanto, pois, subsiste a promessa de entrar no seu descanso, tenhamos cuidado em que ninguém de nós corra o risco de ser excluído.

2 A boa nova nos foi trazida a nós, como o foi a eles. Mas a eles de nada aproveitou, porque caíram na descrença.

3 Nós, porém, se tivermos fé, haveremos de entrar no descanso. Ele disse: Eu jurei na minha ira: não entrarão no lugar do meu descanso. Ora, as obras de Deus estão concluídas desde a criação do mundo;

4 pois, em certa passagem, falou do sétimo dia o seguinte: E, terminado o seu trabalho, descansou Deus no sétimo dia {Gn 2,2}.

5 Se, pois, ele repete: Não entrarão no lugar do meu descanso,

6 é sinal de que outros são chamados a entrar nele. E como aqueles a quem primeiro foi anunciada a promessa não entraram por não ter tido a fé,

7 Deus, após muitos anos, por meio de Davi, estabelece um novo dia, um hoje, ao pronunciar as palavras mencionadas: Hoje, se ouvirdes a sua voz, não endureçais os vossos corações.

8 Se Josué lhes houvesse dado repouso, não teria depois disso falado dum outro dia.

9 Por isso, resta um repouso sabático para o povo de Deus.

10 E quem entrar nesse repouso descansará das suas obras, assim como descansou Deus das suas.

11 Assim, apressemo-nos a entrar neste descanso para não cairmos por nossa vez na mesma incredulidade.

12 Porque a palavra de Deus é viva, eficaz, mais penetrante do que uma espada de dois gumes e atinge até a divisão da alma e do corpo, das juntas e medulas, e discerne os pensamentos e intenções do coração.

13 Nenhuma criatura lhe é invisível. Tudo é nu e descoberto aos olhos daquele a quem havemos de prestar contas.

14 Temos, portanto, um grande Sumo Sacerdote que penetrou nos céus, Jesus, Filho de Deus. Conservemos firme a nossa fé.

15 Porque não temos nele um pontífice incapaz de compadecer-se das nossas fraquezas. Ao contrário, passou pelas mesmas provações que nós, com exceção do pecado.

16 Aproximemo-nos, pois, confiadamente do trono da graça, a fim de alcançar misericórdia e achar a graça de um auxílio oportuno.

1 Ας φοβηθωμεν λοιπον μηποτε, ενω μενει εις ημας επαγγελια να εισελθωμεν εις την καταπαυσιν αυτου, φανη τις εξ υμων οτι υστερηθη αυτης.

2 Διοτι ημεις ευηγγελισθημεν, καθως και εκεινοι· αλλα δεν ωφελησεν εκεινους ο λογος, τον οποιον ηκουσαν, επειδη δεν ητο εις τους ακουσαντας ηνωμενος με την πιστιν.

3 Διοτι εισερχομεθα εις την καταπαυσιν ημεις οι πιστευσαντες, καθως ειπεν· Ουτως ωμοσα εν τη οργη μου, δεν θελουσιν εισελθει εις την καταπαυσιν μου· αν και τα εργα αυτου ετελειωσαν απο καταβολης κοσμου.

4 Διοτι ειπεν εν μερει τινι περι της εβδομης ουτω· Και κατεπαυσεν ο Θεος εν τη ημερα τη εβδομη απο παντων των εργων αυτου·

5 και εν τουτω παλιν· Δεν θελουσιν εισελθει εις την καταπαυσιν μου.

6 Επειδη λοιπον μενει να εισελθωσι τινες εις αυτην, και οι προτερον ευαγγελισθεντες δεν εισηλθον δι' απειθειαν

7 παλιν διοριζει ημεραν τινα, Σημερον, λεγων δια του Δαβιδ, μετα τοσουτον καιρον, καθως ειρηται· Σημερον, εαν της φωνης αυτου ακουσητε, μη σκληρυνητε τας καρδιας σας.

8 Διοτι εαν ο Ιησους σου Ναυη ειχε δωσει εις αυτους καταπαυσιν, δεν ηθελε μετα ταυτα λαλει περι αλλης ημερας.

9 Αρα μενει καταπαυσις εις τον λαον του Θεου.

10 Διοτι ο εισελθων εις την καταπαυσιν αυτου και αυτος κατεπαυσεν απο των εργων αυτου, καθως ο Θεος απο των εαυτου.

11 Ας σπουδασωμεν λοιπον να εισελθωμεν εις εκεινην την καταπαυσιν, δια να μη πεση τις εις το αυτο παραδειγμα της απειθειας.

12 Διοτι ο λογος του Θεου ειναι ζων και ενεργος και κοπτερωτερος υπερ πασαν διστομον μαχαιραν και διερχεται μεχρι διαιρεσεως ψυχης τε και πνευματος, αρμων τε και μυελων, και διερευνα τους διαλογισμους και τας εννοιας της καρδιας·

13 και δεν ειναι ουδεν κτισμα αφανες ενωπιον αυτου, αλλα παντα ειναι γυμνα και τετραχηλισμενα εις τους οφθαλμους αυτου, προς ον εχομεν να δωσωμεν λογον.

14 Εχοντες λοιπον αρχιερεα μεγαν, οστις διηλθε τους ουρανους, Ιησουν τον Υιον του Θεου, ας κρατωμεν την ομολογιαν.

15 Διοτι δεν εχομεν αρχιερεα μη δυναμενον να συμπαθηση εις τας ασθενειας ημων, αλλα πειρασθεντα κατα παντα καθ ' ομοιοτητα ημων χωρις αμαρτιας.

16 Ας πλησιαζωμεν λοιπον μετα παρρησιας εις τον θρονον της χαριτος, δια να λαβωμεν ελεος και να ευρωμεν χαριν προς βοηθειαν εν καιρω χρειας.