1 Sellepärast tuleb meil palju hoolsamini silmas pidada seda, mida oleme kuulnud, et me kuidagi mööda ei libiseks.

2 Sest kui Inglite kaudu räägitud sõna püsis kindlana ja kõik üleastumine ja sõnakuulmatus sai oma õige palga,

3 kuidas me siis võime pääseda pakku, kui me ei hooli nii suurest päästest, mis oma kuulutuse alguse sai Issandalt ja mille kinnitasid meisse need, kes seda kuulsid,

4 kui Jumal ühes nendega andis tunnistust tunnustähtedega ja imedega ja mõnesuguste vägevate tegudega ja Püha Vaimu jagamistega Oma tahte järgi.

5 Sest mitte Inglitele ei alistanud Ta tulevast maailma, millest me räägime,

6 vaid keegi on kuskil tunnistanud, öeldes: „Mis on inimene, et Sa temale mõtled, või inimese poeg, et Sa tema eest hoolitsed?

7 Sa tegid ta pisut alamaks Inglitest; Sa ehtisid teda au ja austusega;

8 kõik Sa panid tema jalge alla!" Sest alistades kõik temale, ei jätnud ta midagi temale alistamata. Aga nüüd me ei näe veel kõike temale alistatuna.

9 Ent Teda, Kes sai üürikeseks ajaks alamaks Inglitest, Jeesust, me näeme Tema surma kannatamise pärast au ja austusega ehitud, et Ta Jumala armust igaühe eest maitseks surma.

10 Sest Temale, Kelle pärast ja Kelle läbi on kõik, sobis, et Ta selle, kes palju lapsi ausse viib, nende õndsuse ülemjuhi, teeks täiuslikuks kannatuste kaudu.

11 Sest niihästi pühitseja kui pühitsetavad on kõik üht Isa; sel põhjusel Tema ka ei häbene neid nimetada vendadeks,

12 öeldes: „Ma tahan Su nime kuulutada Oma vendadele, keset kogudust Ma tahan laulda Sulle kiitust!"

13 Ja jälle: „Ma loodan Tema peale!"; ja jälle: „Vaata, siin olen Mina ja lapsed, keda Jumal Mulle on andnud!"

14 Et nüüd lapsed on liha ja vere osalised, siis Temagi sai otse samal viisil osa sellest, et Ta surma läbi kaotaks selle, kelle võimu all oli surm, see on kuradi,

15 ja vabastaks need, kes surma kartusest olid kogu eluaja kinni orjapõlves.

16 Sest ega Ta ometi hoolitse Inglite eest, vaid Ta hoolitseb Aabrahami soo eest!

17 Sellepärast pidi Ta kõiges saama vendade sarnaseks, et Ta oleks halastaja ja ustav ülempreester teenistuses Jumala ees rahva pattude lepitamiseks.

18 Sest selles, milles Ta on kannatanud kiusatud olles, võib Ta aidata neid, keda kiusatakse.

1 δια τουτο δει περισσοτερως ημας προσεχειν τοις ακουσθεισιν μηποτε παραρρυωμεν

2 ει γαρ ο δι αγγελων λαληθεις λογος εγενετο βεβαιος και πασα παραβασις και παρακοη ελαβεν ενδικον μισθαποδοσιαν

3 πως ημεις εκφευξομεθα τηλικαυτης αμελησαντες σωτηριας ητις αρχην λαβουσα λαλεισθαι δια του κυριου υπο των ακουσαντων εις ημας εβεβαιωθη

4 συνεπιμαρτυρουντος του θεου σημειοις τε και τερασιν και ποικιλαις δυναμεσιν και πνευματος αγιου μερισμοις κατα την αυτου θελησιν

5 ου γαρ αγγελοις υπεταξεν την οικουμενην την μελλουσαν περι ης λαλουμεν

6 διεμαρτυρατο δε που τις λεγων τι εστιν ανθρωπος οτι μιμνησκη αυτου η υιος ανθρωπου οτι επισκεπτη αυτον

7 ηλαττωσας αυτον βραχυ τι παρ αγγελους δοξη και τιμη εστεφανωσας αυτον και κατεστησας αυτον επι τα εργα των χειρων σου

8 παντα υπεταξας υποκατω των ποδων αυτου εν γαρ τω υποταξαι αυτω τα παντα ουδεν αφηκεν αυτω ανυποτακτον νυν δε ουπω ορωμεν αυτω τα παντα υποτεταγμενα

9 τον δε βραχυ τι παρ αγγελους ηλαττωμενον βλεπομεν ιησουν δια το παθημα του θανατου δοξη και τιμη εστεφανωμενον οπως χαριτι θεου υπερ παντος γευσηται θανατου

10 επρεπεν γαρ αυτω δι ον τα παντα και δι ου τα παντα πολλους υιους εις δοξαν αγαγοντα τον αρχηγον της σωτηριας αυτων δια παθηματων τελειωσαι

11 ο τε γαρ αγιαζων και οι αγιαζομενοι εξ ενος παντες δι ην αιτιαν ουκ επαισχυνεται αδελφους αυτους καλειν

12 λεγων απαγγελω το ονομα σου τοις αδελφοις μου εν μεσω εκκλησιας υμνησω σε

13 και παλιν εγω εσομαι πεποιθως επ αυτω και παλιν ιδου εγω και τα παιδια α μοι εδωκεν ο θεος

14 επει ουν τα παιδια κεκοινωνηκεν σαρκος και αιματος και αυτος παραπλησιως μετεσχεν των αυτων ινα δια του θανατου καταργηση τον το κρατος εχοντα του θανατου τουτ εστιν τον διαβολον

15 και απαλλαξη τουτους οσοι φοβω θανατου δια παντος του ζην ενοχοι ησαν δουλειας

16 ου γαρ δηπου αγγελων επιλαμβανεται αλλα σπερματος αβρααμ επιλαμβανεται

17 οθεν ωφειλεν κατα παντα τοις αδελφοις ομοιωθηναι ινα ελεημων γενηται και πιστος αρχιερευς τα προς τον θεον εις το ιλασκεσθαι τας αμαρτιας του λαου

18 εν ω γαρ πεπονθεν αυτος πειρασθεις δυναται τοις πειραζομενοις βοηθησαι