1 No segundo ano do rei Dario, no sexto mês, no primeiro dia do mês, veio a palavra de Jeová por intervenção do profeta Ageu a Zorobabel, filho de Sealtiel, governador de Judá, e ao sumo sacerdote Josué, filho de Jozadaque, dizendo:

2 Assim fala Jeová dos exércitos: Este povo diz: Não é o tempo de chegarmos nós, o tempo de se edificar a casa de Jeová.

3 Então veio a palavra de Jeová por intervenção do profeta Ageu, dizendo:

4 Acaso é tempo de habitardes vós nas vossas casas forradas, enquanto esta casa fica desolada?

5 Agora, pois, assim diz Jeová dos exércitos: Considerai os vossos caminhos.

6 Tendes semeado muito, e recolhido pouco; comeis, porém não vos fartais; bebeis, porém não vos saciais; vestí-vos, mas ninguém fica quente; e quem recebe salário, recebe-o para o meter num saco furado.

7 Assim diz Jeová dos exércitos: Considerai os vossos caminhos.

8 Subi ao monte, trazei madeira e edificai a casa; dela me deleitarei, e serei glorificado, diz Jeová.

9 Esperastes o muito, e eis que veio a ser pouco; trouxestes-o para casa, e o dissipei com um assopro. Por que? diz Jeová dos exércitos. Por causa da minha casa que fica desolada, enquanto correis cada um para a sua casa.

10 Portanto por causa de vós é que os céus têm retido o orvalho, e a terra tem retido o seu fruto.

11 Mandei vir a seca sobre a terra, e sobre os montes, e sobre o trigo, e sobre o mosto, e sobre o azeite, e sobre o que a terra produz, e sobre os homens, e sobre os animais e sobre todo o trabalho manual.

12 Então Zorobabel, filho de Sealtiel, e o sumo sacerdote, Josué, filho de Jeozadaque, juntamente com todo o resto do povo, obedeceram à voz de Jeová seu Deus, e às palavras do profeta Ageu, assim como Jeová seu Deus o enviara; e o povo temeu diante de Jeová.

13 Então falou Ageu, embaixador de Jeová, na mensagem de Jeová ao povo, dizendo: Eu sou convosco, diz Jeová.

14 Jeová suscitou o espírito do governador de Judá, Zorobabel, filho de Sealtiel, e o espírito do sumo sacerdote Josué, filho de Jeozadaque, e o espírito de todo o resto do povo; eles vieram e trabalharam na casa do seu Deus, Jeová dos exércitos,

15 aos vinte e quatro dias do mês, no sexto mês, no segundo ano do rei Dario.

1 Εν τω δευτερω ετει Δαρειου του βασιλεως, εν τω εκτω μηνι, τη πρωτη ημερα του μηνος, εγεινε λογος Κυριου δι' Αγγαιου του προφητου προς Ζοροβαβελ, τον υιον του Σαλαθιηλ, τον διοικητην του Ιουδα, και προς Ιησουν τον υιον του Ιωσεδεκ, τον ιερεα τον μεγαν, λεγων,

2 Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων, λεγων, Ο λαος ουτος λεγουσιν, Ο καιρος δεν ηλθεν, ο καιρος να οικοδομηθη ο οικος του Κυριου.

3 Και εγεινε λογος Κυριου δι' Αγγαιου του προφητου, λεγων,

4 Ειναι καιρος εις εσας, να κατοικητε σεις εν τοις φατνωτοις οικοις σας, ο δε οικος ουτος να ηναι ερημος;

5 Τωρα λοιπον ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων, Συλλογισθητε τας οδους σας.

6 Εσπειρατε πολυ και εισωδευσατε ολιγον, τρωγετε και δεν χορταινετε, πινετε και δεν ευχαριστεισθε, ενδυεσθε και δεν θερμαινεσθε, και ο μισθοδοτουμενος μισθοδοτειται δια βαλαντιον τετρυπημενον.

7 Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων, Συλλογισθητε τας οδους σας.

8 Αναβητε εις το ορος και φερετε ξυλα και οικοδομησατε τον οικον, και θελω ευαρεστηθη εις αυτον και θελω ενδοξασθη, λεγει Κυριος.

9 Επεβλεψατε εις πολυ, και ιδου, εγεινεν ολιγον· και εφερατε τουτο εις τον οικον και εγω απεφυσησα αυτο. Δια τι; λεγει ο Κυριος των δυναμεων. Εξ αιτιας του οικου μου, οστις ειναι ερημος, ενω σεις τρεχετε εκαστος εις τον οικον αυτου.

10 Δια τουτο ο ουρανος απεκλεισεν απο σας την δροσον αυτου και η γη απεκλεισε τον καρπον αυτης,

11 και εκαλεσα ανομβριαν επι την γην και επι τα ορη, επι τον σιτον και επι το γλευκος και επι το ελαιον και εφ' οσα εκφερει η γη, και επι τους ανθρωπους και επι τα κτηνη, και επι παντας τους κοπους των χειρων αυτων.

12 Και υπηκουσε Ζοροβαβελ ο υιος του Σαλαθιηλ και Ιησους ο υιος του Ιωσεδεκ, ο ιερευς ο μεγας, και παν το υπολοιπον του λαου, εις την φωνην Κυριου του Θεου αυτων και εις τους λογους Αγγαιου του προφητου, καθως απεστειλεν αυτον Κυριος ο Θεος αυτων· και εφοβηθη ο λαος ενωπιον του Κυριου.

13 Και ελαλησεν Αγγαιος ο απεσταλμενος του Κυριου κατα την αγγελιαν του Κυριου προς τον λαον, λεγων, Εγω ειμαι με σας, λεγει Κυριος.

14 Και διηγειρεν ο Κυριος το πνευμα του Ζοροβαβελ υιου του Σαλαθιηλ, του διοικητου του Ιουδα, και το πνευμα του Ιησου υιου του Ιωσεδεκ, του ιερεως του μεγαλου, και το πνευμα παντος του υπολοιπου του λαου, και ηλθον και ειργαζοντο εν τω οικω του Κυριου των δυναμεων, του Θεου αυτων,

15 εν τη εικοστη τεταρτη ημερα του εκτου μηνος, εν τω δευτερω ετει Δαρειου του βασιλεως.