1 Ouvi esta palavra, vacas de Basã, que estais no monte de Samaria, que oprimis os pobres, que quebrantais os necessitados, que dizeis aos vossos senhores: Dai cá, bebamos.

2 O Senhor Jeová jurou pela sua santidade que virão sobre vós os dias, em que vos levarão com ganchos, e as vossas relíquias com anzóis.

3 Saireis pelas brechas, cada qual em frente de si; e sereis lançadas para Harmom, diz Jeová.

4 Vinde a Betel, e transgredi; a Gilgal, e multiplicai transgressões; trazei os vossos sacrifícios todas as manhãs, e os vossos dízimos de três em três dias;

5 do que é levedado, oferecei um sacrifício de ação de graças, e proclamai ofertas voluntárias, e publicai-as; pois isso é do vosso agrado, ó filhos de Israel, diz o Senhor Jeová.

6 Eu também vos dei limpeza de dentes em todas as vossas cidades, e falta de pão em todos os vossos lugares; contudo não vos tendes voltado para mim, diz Jeová.

7 Eu também retive de vós a chuva, quando ainda faltavam três meses até a ceifa; fiz que chovesse sobre uma cidade, e que não chovesse sobre outra cidade: um campo recebeu a chuva, e o campo que não recebeu a chuva, secou.

8 Assim duas ou três cidades andaram errantes a uma cidade para beberem água, e não se saciaram; contudo não vos tendes voltado para mim, diz Jeová.

9 Feri-vos com mangra e bolor; a multidão das vossas hortas e das vossas vinhas e das vossas figueiras e das vosssas oliveiras, comeu-a a lagarta; contudo não vos tendes voltado para mim, diz Jeová.

10 Enviei entre vós a peste à maneira do Egito; matei à espada os vossos mancebos, e levei os vossos cavalos; fiz chegar aos vossos narizes o mau cheiro do vosso arraial; contudo não vos tendes voltado para mim, diz Jeová.

11 Subverti alguns dentre vós, como Deus subverteu a Sodoma e a Gomorra, e ficastes sendo como um tição que se arrebata de um incêndio; contudo não vos tendes voltado para mim, diz Jeová.

12 Portanto assim te farei, ó Israel; e porque te farei isso, prepara-te, Israel, a encontrares com teu Deus.

13 Pois eis quem forma os montes e cria o vento, e declara ao homem qual seja o seu pensamento, quem faz da manhã trevas, e anda sobre os lugares altos da terra; Jeová Deus dos exércitos é o seu nome.

1 Ακουσατε τον λογον τουτον, δαμαλεις της Βασαν, αι εν τω ορει της Σαμαρειας, αι καταδυναστευουσαι τους πτωχους, αι καταθλιβουσαι τους πενητας, αι λεγουσαι προς τους κυριους αυτων, Φερετε και ας πιωμεν.

2 Κυριος ο Θεος ωμοσεν εις την αγιοτητα αυτου οτι ιδου, ημεραι ερχονται εις υμας, καθ' ας θελουσι σας πιασει με αγκιστρα και τους απογονους σας με καμακια αλιευτικα.

3 Και θελετε εξελθει απο τας χαλαστρας εκαστη απ' ευθειας ενωπιον αυτης, και θελετε απορριψει παντα τα του παλατιου, λεγει Κυριος.

4 Ελθετε εις Βαιθηλ και ασεβησατε· εν Γαλγαλοις πληθυνατε την ασεβειαν· και φερετε τας θυσιας σας κατα πασαν πρωιαν, τα δεκατα σας κατα πασαν τριετιαν.

5 Και προσφερετε εις θυσιαν ευχαριστιας αρτον ενζυμον, και κηρυξατε τας αυτοπροαιρετους προσφορας· αναγγειλατε αυτας· διοτι ουτως αγαπατε, υιοι Ισραηλ, λεγει Κυριος ο Θεος.

6 Και εγω οτι σας εδωκα πειναν εν πασαις ταις πολεσιν υμων και ελλειψιν αρτου εν πασι τοις τοποις υμων, και δεν επεστρεψατε προς εμε, λεγει Κυριος.

7 Και εγω προσετι εκρατησα την βροχην απο σας, οτε εμενον τρεις μηνες ετι εως του θερους· και εβρεξα επι μιαν πολιν και επι αλλην πολιν δεν εβρεξα· μια μερις εβραχη και η μερις, επι την οποιαν δεν εβρεξεν εξηρανθη.

8 Ουτω δυο τρεις πολεις υπηγαν περιπλανωμεναι εις μιαν πολιν να πιωσιν υδωρ και δεν εχορτασθησαν, και δεν επεστρεψατε προς εμε, λεγει Κυριος.

9 Σας επαταξα με ανεμοφθοριαν και ερυσιβην· το πληθος των κηπων σας και των αμπελωνων σας και των συκεωνων σας και των ελαιωνων σας κατεφαγεν η καμπη, και δεν επεστρεψατε προς εμε, λεγει Κυριος.

10 Εξαπεστειλα εφ' ημας θανατικον κατα τον τροπον της Αιγυπτου· τους νεανισκους σας εθανατωσα εν ρομφαια, αιχμαλωτισας και τους ιππους σας· και ανεβιβασα την δυσωδιαν των στρατοπεδων σας εως των μυκτηρων σας, και δεν επεστρεψατε προς εμε, λεγει Κυριος.

11 Σας κατεστρεψα, καθως ο Θεος κατεστρεψε τα Σοδομα και τα Γομορρα, και εγεινετε ως δαυλος απεσπασμενος απο της πυρκαιας, και δεν επεστρεψατε προς εμε, λεγει Κυριος.

12 Δια τουτο ουτω θελω καμει εις σε, Ισραηλ· οθεν, επειδη θελω καμει τουτο εις σε, ετοιμασθητι να απαντησης τον Θεον σου, Ισραηλ.

13 Διοτι ιδου, ο μορφων τα ορη και κατασκευαζων τον ανεμον και απαγγελλων προς τον ανθρωπον τις ειναι ο στοχασμος αυτου, ο ποιων την αυγην σκοτος και επιβαινων επι τα υψη της γης, Κυριος ο Θεος των δυναμεων ειναι το ονομα αυτου.