1 O espírito do Senhor DEUS está sobre mim; porque o SENHOR me ungiu, para pregar boas novas aos mansos; enviou-me a restaurar os contritos de coração, a proclamar liberdade aos cativos, e a abertura de prisão aos presos;

2 A apregoar o ano aceitável do Senhor e o dia da vingança do nosso Deus; a consolar todos os tristes;

3 A ordenar acerca dos tristes de Sião que se lhes dê glória em vez de cinza, óleo de gozo em vez de tristeza, vestes de louvor em vez de espírito angustiado; a fim de que se chamem árvores de justiça, plantações do Senhor, para que ele seja glorificado.

4 E edificarão os lugares antigamente assolados, e restaurarão os anteriormente destruídos, e renovarão as cidades assoladas, destruídas de geração em geração.

5 E haverá estrangeiros, que apascentarão os vossos rebanhos; e estranhos serão os vossos lavradores e os vossos vinhateiros.

6 Porém vós sereis chamados sacerdotes do Senhor, e vos chamarão ministros de nosso Deus; comereis a riqueza dos gentios, e na sua glória vos gloriareis.

7 Em lugar da vossa vergonha tereis dupla honra; e em lugar da afronta exultareis na vossa parte; por isso na sua terra possuirão o dobro, e terão perpétua alegria.

8 Porque eu, o Senhor, amo o juízo, odeio o que foi roubado oferecido em holocausto; portanto, firmarei em verdade a sua obra; e farei uma aliança eterna com eles.

9 E a sua posteridade será conhecida entre os gentios, e os seus descendentes no meio dos povos; todos quantos os virem os conhecerão, como descendência bendita do Senhor.

10 Regozijar-me-ei muito no Senhor, a minha alma se alegrará no meu Deus; porque me vestiu de roupas de salvação, cobriu-me com o manto de justiça, como um noivo se adorna com turbante sacerdotal, e como a noiva que se enfeita com as suas jóias.

11 Porque, como a terra produz os seus renovos, e como o jardim faz brotar o que nele se semeia, assim o Senhor DEUS fará brotar a justiça e o louvor para todas as nações.

1 Πνευμα Κυριου του Θεου ειναι επ' εμε· διοτι ο Κυριος με εχρισε δια να ευαγγελιζωμαι εις τους πτωχους· με απεστειλε δια να ιατρευσω τους συντετριμμενους την καρδιαν, να κηρυξω ελευθεριαν εις τους αιχμαλωτους και ανοιξιν δεσμωτηριου εις τους δεσμιους·

2 δια να κηρυξω ενιαυτον ευπροσδεκτον του Κυριου και ημεραν εκδικησεως του Θεου ημων· δια να παρηγορησω παντας τους πενθουντας·

3 δια να θεσω εις τους πενθουντας εν Σιων, να δωσω εις αυτους ωραιοτητα αντι της στακτης, ελαιον ευφροσυνης αντι του πενθους, στολην αινεσεως αντι του πνευματος της ακηδιας· δια να ονομαζωνται δενδρα δικαιοσυνης, φυτευμα του Κυριου, εις δοξαν αυτου.

4 Και θελουσιν ανοικοδομησει τας παλαιας ερημωσεις, θελουσιν ανεγειρει τα αρχαια ερειπια, και θελουσιν ανακαινισει τας ερημους πολεις, τας ηρημωμενας απο γενεας γενεων.

5 Και αλλογενεις θελουσιν ιστασθαι και βοσκει τα ποιμνια σας, και οι υιοι των αλλογενων θελουσιν εισθαι οι γεωργοι σας και οι αμπελουργοι σας.

6 Σεις δε ιερεις του Κυριου θελετε ονομαζεσθαι· λειτουργους του Θεου ημων θελουσι σας λεγει· θελετε τρωγει τα αγαθα των εθνων και εις την δοξαν αυτων θελετε καυχασθαι.

7 Αντι της αισχυνης σας θελετε εχει διπλασια· και αντι της εντροπης θελουσιν εχει αγαλλιασιν εν τη κληρονομια αυτων· οθεν εν τη γη αυτων θελουσι κληρονομησει το διπλουν· αιωνιος ευφροσυνη θελει εισθαι εις αυτους.

8 Διοτι εγω ειμαι ο Κυριος, ο αγαπων δικαιοσυνην, ο μισων αρπαγην και αδικιαν· και θελω ανταποδωσει το εργον αυτων πιστα και θελω καμει προς αυτους διαθηκην αιωνιον.

9 Και το σπερμα αυτων θελει φημισθη μεταξυ των εθνων και οι εκγονοι αυτων μεταξυ των λαων· πας ο βλεπων αυτους θελει γνωριζει αυτους, οτι ειναι το σπερμα, το οποιον ο Κυριος ευλογησε.

10 Θελω ευφρανθη τα μεγιστα επι τον Κυριον· η ψυχη μου θελει αγαλλιασθη εις τον Θεον μου· διοτι με ενεδυσεν ιματιον σωτηριας, με εφορεσεν επενδυμα δικαιοσυνης, ως νυμφιον ευπρεπισμενον με μιτραν και ως νυμφην κεκοσμημενην με τα πολυτιμα αυτης καλλωπισματα.

11 Διοτι καθως η γη αναδιδει το βλαστημα αυτης και καθως ο κηπος εκφυει τα σπειρομενα εν αυτω ουτω Κυριος ο Θεος θελει καμει την δικαιοσυνην και την αινεσιν να βλαστησωσιν ενωπιον παντων των εθνων.