1 Ουτοι δε ειναι οι ελθοντες προς τον Δαβιδ εις Σικλαγ, ενω ητο ετι κεκλεισμενος απο προσωπου του Σαουλ υιου του Κεις, και ουτοι ησαν εκ των ισχυρων, βοηθουντες εν πολεμω,

2 ωπλισμενοι τοξα, μεταχειριζομενοι και την δεξιαν και την αριστεραν εις το να τοξευωσι λιθους και βελη δια του τοξου, οντες εκ των αδελφων του Σαουλ, εκ του Βενιαμιν·

3 ο αρχηγος Αχιεζερ, επειτα Ιωας, υιοι του Σεμαα του Γαβααθιτου· και Ιεζιηλ και Φελετ, υιοι του Αζμαβεθ· και Βεραχα και Ιηου ο Αναθωθιτης·

4 και Ισμαια ο Γαβαωνιτης, ισχυρος μεταξυ των τριακοντα και επι των τριακοντα· και Ιερεμιας και Ιααζιηλ και Ιωαναν και Ιωζαβαδ ο Γεδηρωθιτης,

5 Ελουζαι και Ιεριμωθ και Βααλια και Σεμαριας και Σεφατιας ο Αρουφιτης

6 Ελκανα και Ιεσια και Αζαρεηλ και Ιωεζερ και Ιασωβεαμ, οι Κοριται,

7 και Ιωηλα και Ζεβαδιας, οι υιοι του Ιεροαμ απο Γεδωρ.

8 Και εκ των Γαδιτων εχωρισθησαν τινες και ηλθον προς τον Δαβιδ εις το οχυρωμα εν τη ερημω, δυνατοι εν ισχυι, ανδρες παραταξεως πολεμου, θυρεοφοροι και λογχοφοροι, και τα προσωπα αυτων προσωπα λεοντος, εις δε την ταχυτητα ως αι δορκαδες επι των ορεων·

9 Εσερ ο αρχων, Οβαδια ο δευτερος, Ελιαβ ο τριτος,

10 Μισμανα ο τεταρτος, Ιερεμιας ο πεμπτος,

11 Ατθαι ο εκτος, Ελιηλ ο εβδομος,

12 Ιωαναν ο ογδοος, Ελζαβαδ ο εννατος,

13 Ιερεμιας ο δεκατος, Μαχβαναι ο ενδεκατος.

14 Ουτοι ησαν εκ των υιων του Γαδ, αρχηγοι του στρατευματος, εις ο μικροτερος επι εκατον, και ο μεγαλητερος επι χιλιους.

15 Ουτοι ησαν οι διαβαντες τον Ιορδανην εν τω πρωτω μηνι, οτε πλημμυρει επι πασας τας οχθας αυτου· και διεσκορπισαν παντας τους κατοικους των κοιλαδων προς ανατολας και προς δυσμας.

16 Ηλθον ετι εκ των υιων Βενιαμιν και Ιουδα εις το οχυρωμα προς τον Δαβιδ.

17 Και εξηλθεν ο Δαβιδ εις συναντησιν αυτων και αποκριθεις ειπε προς αυτους, Εαν ερχησθε προς εμε εν ειρηνη δια να μοι βοηθησητε, η καρδια μου θελει εισθαι ηνωμενη με σας· αλλ' εαν δια να με προδοσητε εις τους εχθρους μου, ενω δεν ειναι αδικια εις τας χειρας μου, ο Θεος των πατερων ημων ας ιδη και ας ελεγξη τουτο.

18 Και το Πνευμα περιεχυθη εις τον Αμασαι, τον αρχοντα των τριακοντα, και ειπε, Σου ειμεθα, Δαβιδ, και μετα σου, υιε του Ιεσσαι. Ειρηνη, ειρηνη εις σε, και ειρηνη εις τους βοηθους σου· διοτι ο Θεος σου σε βοηθει. Τοτε εδεχθη αυτους ο Δαβιδ και κατεστησεν αυτους αρχηγους των δυναμεων αυτου.

19 Και εκ του Μανασση προσεχωρησαν εις τον Δαβιδ, οτε ηλθε μετα των Φιλισταιων εναντιον του Σαουλ δια να πολεμηση, πλην δεν εβοηθησαν αυτους· διοτι οι ηγεμονες των Φιλισταιων συμβουλευθεντες απεπεμψαν αυτον, λεγοντες, Θελει προσχωρησει προς τον Σαουλ τον κυριον αυτου με κινδυνον των κεφαλων ημων.

20 Ενω επορευετο εις Σικλαγ, προσεχωρησαν εις αυτον εκ του Μανασση, Αδνα και Ιωζαβαδ και Ιεδιαηλ και Μιχαηλ και Ιωζαβαδ και Ελιου και Σιλθαι, αρχηγοι των χιλιαδων του Μανασση·

21 και ουτοι εβοηθησαν τον Δαβιδ εναντιον των ληστων· διοτι ησαν παντες δυνατοι εν ισχυι και εγειναν αρχηγοι του στρατευματος.

22 Διοτι τοτε απο ημερας εις ημεραν ηρχοντο προς τον Δαβιδ δια να βοηθησωσιν αυτον, εωσου εγεινε στρατοπεδον μεγα, ως στρατοπεδον Θεου.

23 Ουτοι δε ειναι οι αριθμοι των αρχηγων των ωπλισμενων δια πολεμον, των ελθοντων προς τον Δαβιδ εις Χεβρων, δια να στρεψωσιν εις αυτον την βασιλειαν του Σαουλ, κατα τον λογον του Κυριου.

24 Οι υιοι του Ιουδα, θυρεοφοροι και λογχοφοροι, εξ χιλιαδες και οκτακοσιοι, ωπλισμενοι δια πολεμον.

25 Εκ των υιων Συμεων, δυνατοι εν ισχυι, δια πολεμον, επτα χιλιαδες και εκατον.

26 Εκ των υιων Λευι, τεσσαρες χιλιαδες και εξακοσιοι.

27 Και ο Ιωδαε ητο αρχηγος των Ααρωνιτων, και μετ' αυτου ησαν τρεις χιλιαδες και επτακοσιοι·

28 και Σαδωκ, νεος δυνατος εν ισχυι, και εκ του οικου του πατρος αυτου εικοσιδυο αρχηγοι.

29 Και εκ των υιων Βενιαμιν, αδελφων του Σαουλ, τρεις χιλιαδες· διοτι εως τοτε το μεγαλητερον μερος αυτων υπερησπιζετο τον οικον του Σαουλ.

30 Και εκ των υιων Εφραιμ, εικοσι χιλιαδες και οκτακοσιοι, δυνατοι εν ισχυι, ανδρες ονομαστοι του οικου των πατερων αυτων.

31 Και εκ της ημισειας φυλης του Μανασση, δεκαοκτω χιλιαδες· οιτινες ωνομασθησαν κατ' ονομα, δια να ελθωσι να καμωσι βασιλεα τον Δαβιδ.

32 Και εκ των υιων Ισσαχαρ, ανδρες συνετοι εις την γνωσιν των καιρων, ωστε να γνωριζωσι τι επρεπε να καμνη ο Ισραηλ· οι αρχηγοι αυτων ησαν διακοσιοι· και παντες οι αδελφοι αυτων υπο την διαταγην αυτων.

33 Εκ του Ζαβουλων, οσοι εξηρχοντο εις πολεμον, παραταττομενοι εις μαχην με παντα τα οπλα του πολεμου, πεντηκοντα χιλιαδες, μαχιμοι εκ παραταξεως, ουχι με διπλην καρδιαν.

34 Και εκ του Νεφθαλι, χιλιοι αρχηγοι, και μετ' αυτων θυρεοφοροι και λογχοφοροι τριακοντα επτα χιλιαδες.

35 Και εκ των Δανιτων, ανδρες παραταττομενοι εις πολεμον, εικοσιοκτω χιλιαδες και εξακοσιοι.

36 Και εκ του Ασηρ, οσοι εξηρχοντο εις πολεμον, μαχιμοι εκ παραταξεως, τεσσαρακοντα χιλιαδες.

37 Και εκ του περαν του Ιορδανου, εκ των Ρουβηνιτων και εκ των Γαδιτων και εκ της ημισειας φυλης του Μανασση, με παντα τα οπλα του πολεμου δια μαχην, εκατον εικοσι χιλιαδες.

38 Παντες ουτοι οι ανδρες οι πολεμισται, μαχιμοι εκ παραταξεως, ηλθον με πληρη καρδιαν εις Χεβρων, δια να καμωσι τον Δαβιδ βασιλεα επι παντα τον Ισραηλ· και παν ετι το επιλοιπον του Ισραηλ ησαν μια καρδια, δια να καμωσι τον Δαβιδ βασιλεα.

39 Και ησαν εκει μετα του Δαβιδ τρεις ημερας, τρωγοντες και πινοντες· διοτι οι αδελφοι αυτων ειχον καμει ετοιμασιαν δι' αυτους.

40 Προσετι, οι γειτονευοντες μετ' αυτων, εως του Ισσαχαρ, και Ζαβουλων και Νεφθαλι, εφεραν τροφας επι ονων και επι καμηλων και επι ημιονων και επι βοων, τροφας αλευρου, παλαθας συκων και σταφιδας και οινον και ελαιον και βοας και προβατα, αφθονως· διοτι ητο ευφροσυνη εν τω Ισραηλ.

1 Šitie atėjo pas Dovydą į Ciklagą, kai jis dar turėjo slėptis nuo Kišo sūnaus Sauliaus; jie priklausė prie karžygių ir padėjo jam kovose.

2 Jie buvo ginkluoti lankais ir sugebėjo tiek dešiniąja, tiek kairiąja ranka svaidyti akmenis bei šaudyti strėlėmis; jie buvo Sauliaus giminaičiai iš Benjamino giminės.

3 Ahiezeras buvo jų vadas, po to Jehoašas, abu Šemavos iš Gibėjos sūnūs; Azmaveto sūnūs­Jezielis ir Peletas, Beracha ir anatotietis Jehuvas;

4 gibeonietis Išmaja­karžygys, trisdešimties viršininkas; gederiečiai Jeremija, Jahazielis, Johananas ir Jehozabadas;

5 harifai Eluzajas, Jerimotas, Bealija, Šemarijas ir Šefatijas;

6 koritai Elkana, Išijas, Azarelis, Joezeras ir Jašobamas;

7 Jerohamo sūnūs­Joela ir Zebadija iš Gedoro.

8 Dovydui besislapstant dykumoje, jo pusėn perėjo Gado giminės narsūs vyrai, patyrę kariai, tinkami karo žygiui, sugebą vartoti skydą ir ietį. Savo narsumu jie prilygo liūtui, o eiklumu­kalnų gazelei.

9 Vyriausiasis iš jų buvo Ezeras, antras­Abdija, trečias­Eliabas,

10 ketvirtas­Mišmana, penktas­ Jeremija,

11 šeštas­Atajas, septintas­Elielis,

12 aštuntas­Johananas, devintas­Elzabadas,

13 dešimtas­Jeremijas, vienuoliktas­Machbanajas.

14 Šitie buvo gadų kariuomenės vadai, vadovavę nuo šimto iki tūkstančio kareivių.

15 Jie persikėlė per Jordaną, kai upė buvo išsiliejusi iš savo krantų pirmą metų mėnesį, ir privertė trauktis visus iš slėnių į rytus ir į vakarus.

16 Kai kurie iš Benjamino ir Judo karių atėjo pas Dovydą į tvirtovę.

17 Dovydas išėjo jų pasitikti ir kalbėjo jiems: "Jei atėjote pas mane taikingai, norėdami man padėti, aš nuoširdžiai priimsiu jus, o jei atėjote mane išduoti priešams, nors aš jums nieko blogo nepadariau, tegul mūsų tėvų Dievas mato ir teisia".

18 Tuomet dvasia nužengė ant Amasajo, jų vyriausiojo, ir jis tarė: "Dovydai, Jesės sūnau, mes tavo ir su tavimi! Ramybė tau ir ramybė tavo pagalbininkams, nes tau padeda tavo Dievas!" Tuomet Dovydas juos priėmė ir paskyrė savo kariuomenės būrių viršininkais.

19 Ir iš Manaso giminės kai kurie perėjo į Dovydo pusę, kai jis atžygiavo su filistinais prieš Saulių. Tačiau jis nekovojo drauge su jais, nes filistinų kunigaikščiai pasitarė ir pasiuntė jį atgal, sakydami: "Ant mūsų galvų jis pereis į savo valdovo Sauliaus pusę".

20 Dovydui žygiuojant į Ciklagą, iš Manaso pusės perėjo Adnachas, Jehozabadas, Jediaelis, Mykolas, Jehozabadas, Elihuvas ir Ciletajas, Manaso tūkstantininkai.

21 Jie padėjo Dovydui prieš užpuolikus, nes jie visi buvo narsūs vyrai ir kariuomenės vadai.

22 Kas dieną žmonės ateidavo pas Dovydą padėti jam; susidarė didelė kariuomenė, lyg Dievo kariuomenė.

23 Dovydui esant Hebrone, didelis skaičius ginkluotų karių atvyko jam atiduoti Sauliaus karalystę pagal Viešpaties pažadą.

24 Judo ginkluotų skydais ir ietimis vyrų buvo šeši tūkstančiai aštuoni šimtai;

25 Simeono­septyni tūkstančiai šimtas,

26 Levio­keturi tūkstančiai šeši šimtai.

27 Be to, aaronitų vado Jehojados­ trys tūkstančiai septyni šimtai,

28 Cadoko, narsaus ir pasižymėjusio jaunuolio, ir jo tėvo namų­ dvidešimt du vadai;

29 Benjamino, Sauliaus giminaičių,­trys tūkstančiai; iki to laiko dauguma iš jų buvo ištikimi Sauliui.

30 Efraimo­dvidešimt tūkstančių aštuoni šimtai narsių, pagarsėjusių vyrų.

31 Iš pusės Manaso giminės­aštuoniolika tūkstančių, pašauktų vardais, atvyko paskelbti Dovydą karaliumi.

32 Isacharo vyrų, kurie suprato laikus ir žinojo, ką Izraelis turi daryti, atvyko du šimtai viršininkų su visais savo kariais;

33 Zabulono patyrusių, patikimų ir ginkluotų karių­penkiasdešimt tūkstančių, pasiryžusių padėti Dovydui.

34 Naftalio­tūkstantis vadų ir trisdešimt septyni tūkstančiai ginkluotų skydais ir ietimis vyrų;

35 Dano patyrusių karių­dvidešimt aštuoni tūkstančiai šeši šimtai;

36 Ašero tinkamų karo žygiui karių­ keturiasdešimt tūkstančių;

37 Iš kitos Jordano pusės rubenų, gadų ir pusės Manaso giminės tinkamai ginkluotų karių­šimtas dvidešimt tūkstančių.

38 Visi šitie kariai, galintys eiti rikiuotėje, atėjo į Hebroną, pasiryžę paskelbti Dovydą viso Izraelio karaliumi. Visi kiti izraelitai taip pat buvo vieningai nusiteikę paskelbti Dovydą karaliumi.

39 Pas Dovydą jie buvo tris dienas, valgydami ir gerdami, nes jų broliai buvo aprūpinę juos.

40 Net Isacharo, Zabulono ir Naftalio kaimynai asilais, kupranugariais, mulais ir jaučiais gabeno jiems maisto: figų papločių, džiovintų vynuogių, vyno, aliejaus ir daugybę avių; džiaugsmas buvo visame Izraelyje.