1 Και ειδον αλλο σημειον εν τω ουρανω μεγα και θαυμαστον, αγγελους επτα, οιτινες ειχον τας επτα εσχατας πληγας, διοτι εν αυταις ετελεσθη ο θυμος του Θεου.

2 Και ειδον ως θαλασσαν υαλινην μεμιγμενην με πυρ, και εκεινους οιτινες ενικησαν κατα του θηριου και κατα της εικονος αυτου και κατα του χαραγματος αυτου και κατα του αριθμου του ονοματος αυτου ισταμενους επι την θαλασσαν την υαλινην, εχοντας κιθαρας του Θεου.

3 Και εψαλλον την ωδην Μωυσεως του δουλου του Θεου και την ωδην του Αρνιου, λεγοντες· Μεγαλα και θαυμαστα τα εργα σου, Κυριε Θεε παντοκρατωρ· δικαιαι και αληθιναι αι οδοι σου, βασιλευ των αγιων.

4 Τις δεν θελει σε φοβηθη, Κυριε, και δοξασει το ονομα σου; διοτι εισαι μονος οσιος, διοτι παντα τα εθνη θελουσιν ελθει και προσκυνησει ενωπιον σου, διοτι αι κρισεις σου εφανερωθησαν.

5 Και μετα ταυτα ειδον και ιδου, ηνοιχθη ο ναος της σκηνης του μαρτυριου εν τω ουρανω,

6 και εξηλθον εκ του ναου οι επτα αγγελοι, εχοντες τας επτα πληγας, ενδεδυμενοι λινα καθαρα και λαμπρα και περιεζωσμενοι περι τα στηθη ζωνας χρυσας.

7 Και εν εκ των τεσσαρων ζωων εδωκεν εις τους επτα αγγελους επτα φιαλας χρυσας, πληρεις του θυμου του Θεου του ζωντος εις τους αιωνας των αιωνων.

8 Και εγεμισθη ο ναος απο καπνου εκ της δοξης του Θεου και εκ της δυναμεως αυτου· και ουδεις ηδυνατο να εισελθη εις τον ναον, εωσου τελειωσωσιν αι επτα πληγαι των επτα αγγελων.

1 Ir aš pamačiau danguje dar vieną didį ir įspūdingą ženklą: septynis angelus, turinčius septynias paskutines negandas, nes jomis išsibaigia Dievo rūstybė.

2 Aš išvydau tarsi stiklo jūrą, sumaišytą su ugnimi, ir nugalėjusiuosius žvėrį, jo atvaizdą, jo ženklą ir jo vardo skaičių, stovinčius su Dievo arfomis ant stiklo jūros.

3 Jie giedojo Dievo tarno Mozės giesmę ir Avinėlio giesmę: "Didingi ir nuostabūs Tavo darbai, Viešpatie, visagali Dieve! Teisingi ir tikri Tavo keliai, šventųjų Karaliau!

4 Kas gi nesibijotų Tavęs, Viešpatie, ir nešlovintų Tavojo vardo?! Juk Tu vienas šventas! Visos tautos ateis ir pagarbins Tave, nes apreikšti Tavo teisūs sprendimai".

5 Paskui aš regėjau: štai atsidarė Liudijimo palapinės šventykla danguje,

6 ir išėjo iš šventyklos septyni angelai, turintys septynias negandas. Jie buvo apsivilkę tyra, spindinčia drobe ir persijuosę per krūtines aukso juostomis.

7 Viena iš keturių būtybių padavė septyniems angelams septynis aukso dubenis, pilnus Gyvenančiojo per amžių amžius Dievo rūstybės.

8 Šventykla prisipildė dūmų nuo Dievo šlovės ir galybės, ir niekas negalėjo įeiti šventyklon, kol nesibaigs septynių angelų septynios negandos.