1 Efraim se alimenta de vento, persegue o vento do oriente, multiplica dia a dia a mentira e a violência; fazem aliança com a Assíria, e transportam óleo em homenagem ao Egito.

2 O Senhor está em processo com Judá; vai castigar Jacó pelos seus atos e tratá-lo segundo as suas obras.

3 Desde o nascimento Jacó suplantou o irmão, e quando se tornou adulto, lutou com Deus.

4 Lutou com o anjo e o venceu, chorou e lhe pediu graça. Encontrou-o em Betel, onde {Deus} nos falou,

5 o Senhor, Deus dos exércitos, cujo nome é Javé.

6 Quanto a ti, volta ao teu Deus, conserva a piedade e a justiça, e espera sempre no teu Deus.

7 Esse mercador tem uma balança falsa e ama a fraude!

8 Efraim disse: Em verdade, tornei-me rico, amontoei fortuna. Mas todos os seus ganhos não poderiam compensar os pecados que ele cometeu.

9 Eu sou o Senhor, teu Deus, desde a saída do Egito; farei com que habites de novo sob tendas, como nos dias de festa.

10 Falei aos profetas e multipliquei as visões; pela boca dos profetas falei em comparações.

11 Se Galaad não passa de um ídolo vão, eles se tornaram em Gálgala um puro nada; ofereceram sacrifícios aos ídolos, por isso seus altares serão transformados em montões de pedras nos sulcos dos campos.

12 Jacó fugiu para os campos de Arão, Israel trabalhou como servo para obter esposa, e por uma mulher guardou os rebanhos.

13 O Senhor fez sair Israel do Egito por um profeta, por um profeta foi guardado o povo.

14 Efraim causou amargos desgostos: por isso o sangue que ele derramou recairá sobre ele, e seu Senhor lhe pagará seus ultrajes.

1 Ο Εφραιμ βοσκεται ανεμον και κυνηγει τον ανατολικον ανεμον· καθ' ημεραν πληθυνει ψευδη και ολεθρον καμνουσι δε συνθηκην μετα των Ασσυριων και φερουσιν ελαιον εις την Αιγυπτον.

2 Ο Κυριος εχει ετι κρισιν μετα του Ιουδα, και θελει επισκεφθη τον Ιακωβ κατα τας οδους αυτου· κατα τας πραξεις αυτου θελει ανταποδωσει εις αυτον.

3 Εν τη κοιλια επτερνισε τον αδελφον αυτου και εν τη ανδρικη ηλικια αυτου ενισχυσε προς τον Θεον.

4 Ναι, ενισχυσε μετα αγγελου και υπερισχυσεν· εκλαυσε και εδεηθη αυτου· εν Βαιθηλ ευρηκεν αυτον, και εκει ελαλησε προς ημας·

5 ναι, Κυριος ο Θεος των δυναμεων, ο Κυριος ειναι το μνημοσυνον αυτου.

6 Δια τουτο συ επιστρεψον προς τον Θεον σου· φυλαττε ελεος και κρισιν και ελπιζε επι τον Θεον σου δια παντος.

7 Ο Εφραιμ ειναι εμπορος· ζυγια απατης ειναι εν τη χειρι αυτου· αγαπα να αδικη.

8 Και ο Εφραιμ ειπε, Βεβαιως εγω επλουτησα, απεκτησα υπαρχοντα εις εμαυτον· εν πασι τοις κοποις μου δεν θελει ευρεθη εν εμοι ανομια, ητις να λογιζηται αμαρτια.

9 Εγω δε ειμαι Κυριος ο Θεος σου εκ γης Αιγυπτου, θελω σε κατοικισει ετι εν σκηναις ως εν ημεραις επισημου εορτης.

10 Ελαλησα ετι δια προφητων και ορασεις επληθυνα εγω, και παρεστησα ομοιωσεις δια χειρος των προφητων.

11 Εν Γαλααδ ταχα υπηρξεν ανομια; εν Γαλγαλοις μαλιστα εσταθησαν ματαιοτης· θυσιαζουσι ταυρους, και τα θυσιαστηρια αυτων ειναι ως σωροι εν ταις αυλαξι των αγρων.

12 Ο δε Ιακωβ εφυγεν εις την γην της Συριας και ο Ισραηλ εδουλευσε δια γυναικα και δια γυναικα εφυλαξε προβατα.

13 Και δια προφητου ανεβιβασεν ο Κυριος τον Ισραηλ εξ Αιγυπτου και δια προφητου διεφυλαχθη.

14 Ο Εφραιμ παρωξυνεν αυτον πικροτατα· δια τουτο θελει εκχεει το αιμα αυτου επ' αυτον και τον ονειδισμον αυτου ο Κυριος αυτου θελει επιστρεψει επ' αυτον.