1 Vossos irmãos serão chamados Ami e vossas irmãs Ruhama.

2 Protestai contra vossa mãe, protestai, porque já não é minha mulher e já não sou seu marido. Afaste ela de sua face suas fornicações e seus adultérios de entre os seus seios,

3 para que eu não a desnude como no dia de seu nascimento e não a torne como um deserto; para que eu não a reduza a uma terra seca e não a deixe perecer de sede.

4 Não terei compaixão de seus filhos, porque são adulterinos.

5 Sim, sua mãe cometeu o adultério, desonrou-se aquela que o concebeu. Ela disse consigo mesma: Seguirei os meus amantes, que me dão meu pão e minha água, minha lã e meu linho, meu óleo e minha bebida.

6 Por isso, fecharei com espinhos o seu caminho; cercá-lo-ei com um muro e ela não encontrará mais saída.

7 Perseguirá os seus amantes mas não os alcançará; procurá-los-á, mas não os encontrará. Então dirá: Voltarei para o meu primeiro marido, porque eu era outrora mais feliz que agora.

8 Ela não reconheceu que era eu quem lhe dava o trigo, o vinho e o óleo, e quem lhe prodigalizava a prata {e o ouro que se consagra a Baal}.

9 Por isso retomarei o meu trigo no seu tempo, e o meu vinho na sua estação; retirarei minha lã e meu linho, com que cobria a sua nudez.

10 Vou descobrir sua abjeção aos olhos de seus amantes e ninguém a libertará de minha mão.

11 Porei fim a todos os seus divertimentos, suas festividades, suas luas novas, seus sábados e a todas as suas festas.

12 Devastarei sua vinha e sua figueira, das quais dizia: Eis a paga que me deram meus amantes. Farei delas um matagal, que os animais selvagens devorarão.

13 Eu a farei expiar os dias de Baal, quando lhe queimava ofertas, ataviada de seu colar e de suas jóias para cortejar os seus amantes, sem pensar mais em mim. - Oráculo de Senhor.

14 Por isso a atrairei, conduzi-la-ei ao deserto e falar-lhe-ei ao coração.

15 Dar-lhe-ei as suas vinhas e o vale de Acor, como porta de esperança. Aí ela se tornará como no tempo de sua juventude, como nos dias em que subiu da terra do Egito.

16 Naquele dia - diz o Senhor - tu me chamarás: Meu marido, e não mais: Meu Baal.

17 Não lhe deixarei mais na boca os nomes de Baal e ninguém pronunciará tais nomes.

18 Farei para eles, naquele dia, uma aliança com os animais selvagens, as aves do céu e os répteis da terra; farei desaparecer da terra o arco, a espada e a guerra, e os farei repousar com segurança.

19 Desposar-te-ei para sempre, desposar-te-ei conforme a justiça e o direito, com benevolência e ternura.

20 Desposar-te-ei com fidelidade, e conhecerás o Senhor.

21 Naquele dia, diz o Senhor, eu atenderei aos céus, e eles atenderão à terra.

22 A terra atenderá ao trigo, ao mosto e ao óleo, e estes atenderão a Jezrael.

23 Farei dele para mim uma terra bem semeada, usarei de misericórdia com Lo-Ruhama, e direi a Lo-Ami: Tu és meu povo!, e ele me dirá: Vós sois meu Deus!.

1 Ειπατε προς τους αδελφους σας, Αμμι, και προς τας αδελφας σας, Ρουχαμμα.

2 Κριθητε μετα της μητρος σας, κριθητε· διοτι αυτη δεν ειναι γυνη μου και εγω δεν ειμαι ανηρ αυτης· ας αφαιρεση λοιπον τας πορνειας αυτης απ' εμπροσθεν αυτης και τας μοιχειας αυτης εκ μεσου των μαστων αυτης·

3 μηποτε εκδυσας γυμνωσω αυτην και αποκαταστησω αυτην καθως εν τη ημερα της γεννησεως αυτης, και θεσω αυτην ως ερημον και καταστησω αυτην ως γην ανυδρον και θανατωσω αυτην εν διψη.

4 Και δεν θελω ελεησει τα τεκνα αυτης· επειδη ειναι τεκνα πορνειας.

5 Διοτι η μητηρ αυτων επορνευσεν· η συλλαβουσα αυτα επραξεν αισχυνην· διοτι ειπε, Θελω υπαγει κατοπιν των εραστων μου, οιτινες μοι διδουσι τον αρτον μου και το υδωρ μου, το μαλλιον μου και το λιναριον μου, το ελαιον μου και τα ποτα μου.

6 Δια τουτο, ιδου, εγω θελω φραξει την οδον σου με ακανθας και οικοδομησει φραγμον, δια να μη ευρη τας οδους αυτης.

7 Και θελει τρεξει κατοπιν των εραστων αυτης και δεν θελει φθασει αυτους, και θελει ζητησει αυτους και δεν θελει ευρει· τοτε θελει ειπει, Θελω υπαγει και επιστρεψει προς τον πρωτον μου ανδρα· διοτι καλητερον ητο τοτε εις εμε παρα τωρα.

8 Και αυτη δεν εγνωριζεν οτι εγω εδωκα εις αυτην τον σιτον και τον οινον και το ελαιον, και επληθυνα το αργυριον εις αυτην και το χρυσιον, με τα οποια κατεσκευασαν τον Βααλ.

9 Δια τουτο θελω επιστρεψει και λαβει τον σιτον μου εν τω καιρω αυτου και τον οινον μου εν τω διωρισμενω καιρω αυτου, και θελω αφαιρεσει το μαλλιον μου και το λιναριον μου, τα οποια ειχε δια να σκεπαζη την γυμνωσιν αυτης.

10 Και τωρα θελω αποκαλυψει την ακαθαρσιαν αυτης εμπροσθεν των εραστων αυτης, και ουδεις θελει λυτρωσει αυτην εκ της χειρος μου.

11 Και θελω καταπαυσει πασαν την ευφροσυνην αυτης, τας εορτας αυτης, τας νεομηνιας αυτης και τα σαββατα αυτης και πασας τας πανηγυρεις αυτης.

12 Και θελω αφανισει τας αμπελους αυτης και τας συκας αυτης, περι των οποιων ειπε, Μισθωματα μου ειναι ταυτα, τα οποια μοι εδωκαν οι ερασται μου· και θελω καταστησει αυτας δασος, και τα θηρια του αγρου θελουσι κατατρωγει αυτας.

13 Και θελω επισκεφθη επ' αυτην τας ημερας των Βααλειμ, καθ ' ας εθυμιαζεν εις αυτους και εστολιζετο με τα ενωτια αυτης και τα περιδεραια αυτης και επορευετο κατοπιν των εραστων αυτης, εμε δε ελησμονησε, λεγει Κυριος.

14 Δια τουτο, ιδου, εγω θελω εφελκυσει αυτην και θελω φερει αυτην εις την ερημον και θελω λαλησει προς την καρδιαν αυτης.

15 Και εκειθεν θελω δωσει εις αυτην τους αμπελωνας αυτης και την κοιλαδα του Αχωρ δια θυραν ελπιδος· και θελει ψαλλει εκει ως εν ταις ημεραις της νεοτητος αυτης και ως εν τη ημερα της αναβασεως αυτης απο γης Αιγυπτου.

16 Και εν τη ημερα εκεινη, λεγει Κυριος, θελεις με καλεσει, Ο ανηρ μου· και δεν θελεις με καλεσει πλεον, Ο Βααλ μου·

17 διοτι θελω αφαιρεσει τα ονοματα των Βααλειμ απο του στοματος αυτης και δεν θελουσιν αναφερεσθαι πλεον τα ονοματα αυτων.

18 Και εν τη ημερα εκεινη θελω καμει διαθηκην υπερ αυτων προς τα θηρια του αγρου και προς τα πετεινα του ουρανου και τα ερπετα της γης· τοξον δε και ρομφαιαν και πολεμον θελω συντριψει εκ της γης και θελω κατοικισει αυτους εν ασφαλεια.

19 Και θελω σε μνηστευθη εις εμαυτον εις τον αιωνα· και θελω σε μνηστευθη εις εμαυτον εν δικαιοσυνη και εν κρισει και εν ελεει και εν οικτιρμοις·

20 και θελω σε μνηστευθη εις εμαυτον εν πιστει· και θελεις γνωρισει τον Κυριον.

21 Και εν εκεινη τη ημερα θελω αποκριθη, λεγει Κυριος, θελω αποκριθη προς τους ουρανους, και αυτοι θελουσιν αποκριθη προς την γην·

22 και η γη θελει αποκριθη προς τον σιτον και τον οινον και το ελαιον· και ταυτα θελουσιν αποκριθη προς τον Ιεζραελ.

23 Και θελω σπειρει αυτην δι' εμαυτον επι της γης· και θελω ελεησει την ουκ ηλεημενην· και θελω ειπει προς τον ου λαον μου, Λαος μου εισαι· και αυτοι θελουσιν ειπει, Θεος μου εισαι.