1 Πασας τας εντολας, τας οποιας εγω προσταζω εις σε σημερον, θελετε προσεχει να εκτελητε, δια να ζητε και να πληθυνθητε και δια να εισελθητε και κληρονομησητε την γην, την οποιαν ωμοσεν ο Κυριος προς τους πατερας σας.

2 Και θελεις ενθυμεισθαι πασαν την οδον, εις την οποιαν σε ωδηγησε Κυριος ο Θεος σου τα τεσσαρακοντα ταυτα ετη εν τη ερημω, δια να σε ταπεινωση, να σε δοκιμαση, δια να γνωριση τα εν τη καρδια σου, εαν θελης φυλαξει τας εντολας αυτου, η ουχι.

3 Και σε εταπεινωσε και σε εκαμε να πεινασης και σε εθρεψε με μαννα, το οποιον δεν εγνωριζες, ουδε οι πατερες σου εγνωριζον, δια να σε καμη να μαθης οτι ο ανθρωπος δεν ζη με μονον αρτον, αλλ' ο ανθρωπος ζη με παντα λογον εξερχομενον εκ του στοματος του Κυριου.

4 Τα ιματια σου δεν επαλαιωθησαν επανω σου ουδε ο πους σου επρησθη τα τεσσαρακοντα ταυτα ετη.

5 Θελεις λοιπον γνωρισει εν τη καρδια σου οτι καθως ο ανθρωπος παιδευει τον υιον αυτου, ουτω Κυριος ο Θεος σου σε επαιδευσε.

6 Δια τουτο θελεις φυλαττει τας εντολας Κυριου του Θεου σου, δια να περιπατης εις τας οδους αυτου και να φοβησαι αυτον.

7 Διοτι Κυριος ο Θεος σου σε φερει εις γην αγαθην, γην ποταμων υδατων, πηγων και αβυσσων, αιτινες αναβλυζουσιν απο κοιλαδων και ορεων·

8 γην σιτου και κριθης και αμπελων και συκων και ροδιων· γην ελαιων και μελιτος·

9 γην, επι της οποιας θελεις τρωγει αρτον ουχι μετ' ενδειας, δεν θελεις στερεισθαι ουδενος επ' αυτης· γην, της οποιας οι λιθοι ειναι σιδηρος, και εκ των ορεων αυτης θελεις μεταλλευει χαλκον.

10 Και θελεις φαγει και θελεις χορτασθη, και θελεις ευλογησει Κυριον τον θεον σου επι της γης της αγαθης, την οποιαν σοι εδωκε.

11 Προσεχε εις σεαυτον μηποτε λησμονησης Κυριον τον Θεον σου, αθετων τας εντολας αυτου και τας κρισεις αυτου και τα διαταγματα αυτου, τα οποια εγω προσταζω εις σε σημερον·

12 μηπως, αφου φαγης και χορτασθης και οικοδομησης οικιας καλας και κατοικησης,

13 και οι βοες σου και τα προβατα σου αυξησωσι, και πολλαπλασιασθη το αργυριον σου και το χρυσιον σου και παντα οσα εχεις αυξησωσι,

14 μηπως τοτε υψωθη η καρδια σου και λησμονησης Κυριον τον Θεον σου, οστις σε εξηγαγεν εκ γης Αιγυπτου, εξ οικου δουλειας·

15 οστις σε ωδηγησε δια της μεγαλης ταυτης και τρομερας ερημου, οπου ησαν οφεις φλογεροι και σκορπιοι και ξηρασια, οπου δεν ητο υδωρ· οστις ανεδωκεν εις σε υδωρ εκ της σκληρας πετρας·

16 οστις σε εθρεψεν εν τη ερημω με το μαννα, το οποιον δεν εγνωριζον οι πατερες σου, δια να σε ταπεινωση και δια να σε δοκιμαση, δια να σε αγαθοποιηση εις τα εσχατα σου·

17 και ειπης εν τη καρδια σου, Η δυναμις μου και το κρατος της χειρος μου απεκτησαν εις εμε τον πλουτον τουτον.

18 Αλλα θελεις ενθυμεισθαι Κυριον τον Θεον σου· διοτι αυτος ειναι, οστις σε διδει δυναμιν να αποκτας πλουτη, δια να στερεωση την διαθηκην αυτου, την οποιαν ωμοσε προς τους πατερας σου, ως ειναι την ημεραν ταυτην.

19 Εαν ομως λησμονησης Κυριον τον Θεον σου και υπαγης κατοπιν αλλων θεων και λατρευσης αυτους και προσκυνησης αυτους, διαμαρτυρομαι προς εσας σημερον οτι εξαπαντος θελετε αφανισθη·

20 καθως τα εθνη, τα οποια ο Κυριος εξολοθρευει απ' εμπροσθεν σας, ουτω θελετε αφανισθη· διοτι δεν υπηκουσατε εις την φωνην Κυριου του Θεου σας.

1 "Laikykitės įsakymų, kuriuos šiandien jums skelbiu, kad gyventumėte, daugėtumėte ir paveldėtumėte žemę, kurią Viešpats prisiekė duoti jūsų tėvams.

2 Atsimink kelią, kuriuo Viešpats, tavo Dievas, vedė tave keturiasdešimt metų per dykumą, kad palenktų ir išmėgintų tave, ir sužinotų, kas yra tavo širdyje, ar tu vykdysi Jo paliepimus.

3 Jis pažemino tave alkiu ir davė valgyti maną, kurios nepažinai nei tu, nei tavo tėvai, kad suprastum, jog žmogus gyvas ne vien duona, bet kiekvienu Dievo žodžiu.

4 Savo drabužių nesudėvėjai ir tavo kojos nesutino per keturiasdešimt metų.

5 Suprask, kad kaip žmogus auklėja sūnų, taip Viešpats, tavo Dievas, auklėja tave.

6 Vykdyk Viešpaties, savo Dievo, paliepimus, vaikščiok Jo keliais ir bijokis Jo.

7 Viešpats, tavo Dievas, įves tave į gerą, upelių ir vandens šaltinių, kurie trykšta lygumose ir kalnuose, žemę;

8 į kviečių, miežių ir vynuogynų žemę, kurioje auga figos ir granatai, į žemę alyvmedžių ir medaus,

9 kurioje nestokosi duonos ir džiaugsiesi derliaus gausumu; į žemę, kurioje akmenys yra geležis, o kalnuose galėsi kasti varį.

10 Pavalgęs ir būdamas sotus, garbink Viešpatį, savo Dievą, už gerą žemę, kurią Jis tau davė.

11 Saugokis, kad neužmirštum Viešpaties, savo Dievo, nesilaikydamas Jo paliepimų, įsakymų ir įstatymų, kuriuos tau šiandien skelbiu.

12 Kai sotus būdamas pasistatysi gerus namus, juose gyvensi

13 ir turėsi galvijų bandas, avių būrius, aukso ir daugybę visokių dalykų, saugokis,

14 kad nepasididžiuotum ir neužmirštum Viešpaties, savo Dievo, kuris tave išvedė iš Egipto, iš vergijos namų,

15 kuris vedė per didelę ir baisią dykumą, kur buvo nuodingų gyvačių ir skorpionų, kur buvo sausra ir nebuvo vandens. Jis leido iš kiečiausios uolos vandens srovei tekėti,

16 maitino tave dykumoje mana, kurios nepažino tavo tėvai, kad pažemintų tave ir išmėgintų tave ir kad galiausiai darytų tau gera,

17 kad nesakytum: ‘Mano jėga ir mano rankų stiprybė sukrovė man šiuos turtus’.

18 Atsimink Viešpatį, savo Dievą, nes Jis tau suteikia jėgų įgyti turtus, kad įtvirtintų sandorą, padarytą su tavo tėvais, kaip yra šiandien.

19 Bet jei užmirši Viešpatį, savo Dievą, ir seksi svetimus dievus, juos garbinsi ir jiems tarnausi, skelbiu jums iš anksto, kad žūsite.

20 Kaip žuvo tautos, kurias Viešpats išnaikino jums įeinant, taip ir jūs žūsite, jei neklausysite Viešpaties, jūsų Dievo, balso".