14 Επικαταρατος η ημερα, καθ' ην εγεννηθην· η ημερα καθ' ην η μητηρ μου με εγεννησεν, ας μη ηναι ευλογημενη.
15 Επικαταρατος ο ανθρωπος, οστις ευηγγελισατο προς τον πατερα μου, λεγων, Εγεννηθη εις σε παιδιον αρσεν, ευφραινων αυτον σφοδρα.
16 Και ας ηναι ο ανθρωπος εκεινος ως αι πολεις, τας οποιας ο Κυριος κατεστρεψε και δεν μετεμεληθη· και ας ακουση κραυγην το πρωι και αλαλαγμον εν μεσημβρια.
17 Δια τι δεν εθανατωθην εκ μητρας; η η μητηρ μου δεν εγεινε ταφος εις εμε και η μητρα αυτης δεν με εβαστασεν εις αιωνιον συλληψιν;
18 δια τι εξηλθον εκ της μητρας, δια να βλεπω μοχθον και λυπην και να τελειωσωσιν αι ημεραι μου εν αισχυνη;
14 Prakeikta diena, kurią gimiau. Diena, kurią mane pagimdė motina, tenebūna palaiminta!
15 Prakeiktas žmogus, kuris pranešė mano tėvui žinią: "Tau gimė sūnus!", ir jį labai pradžiugino.
16 Tebūna tas žmogus kaip miestai, kuriuos Viešpats nesigailėdamas sunaikino. Tegirdi jis šauksmą rytą ir vaitojimą vidudienį
17 dėl to, kad nenužudė manęs dar įsčiose, kad mano motina būtų man kapu ir būtų likusi nėščia amžinai!
18 Kodėl turėjau gimti, patirti vargą bei sielvartą ir praleisti savo dienas gėdoje?