1 Ο λογος, τον οποιον Ιερεμιας ο προφητης ελαλησε προς τον Βαρουχ, τον υιον του Νηριου, οτε εγραψε τους λογους τουτους εν βιβλιω εκ στοματος του Ιερεμιου, εν τω τεταρτω ετει του Ιωακειμ υιου του Ιωσιου, βασιλεως του Ιουδα, λεγων,

2 Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος του Ισραηλ περι σου, Βαρουχ·

3 Ειπας, Ουαι εις εμε τωρα διοτι ο Κυριος επροσθεσε πονον επι την θλιψιν μου· απεκαμον εν τω στεναγμω μου και αναπαυσιν δεν ευρισκω.

4 Ουτω θελεις ειπει προς αυτον· Ουτω λεγει ο Κυριος· Ιδου, εκεινο το οποιον ωκοδομησα, εγω θελω κατεδαφισει· και εκεινο το οποιον εφυτευσα, εγω θελω εκριζωσει, και συμπασαν την γην αυτην.

5 Και συ ζητεις εις σεαυτον μεγαλα; μη ζητης· διοτι, ιδου, εγω θελω φερει κακα επι πασαν σαρκα, λεγει Κυριος, αλλα την ζωην σου θελω δωσει εις σε ως λαφυρον, εν πασι τοις τοποις οπου υπαγης.

1 Pranašo Jeremijo žodžiai Baruchui, Nerijos sūnui, kai jis šiuos žodžius iš Jeremijo lūpų užrašė į knygą ketvirtais Johakimo, Jozijo sūnaus, Judo karaliaus, metais:

2 "Taip sako Viešpats, Izraelio Dievas, tau, Baruchai:

3 ‘Tu sakei: ‘Vargas man! Viešpats prideda man skausmų prie mano sielvarto. Pavargau vaitodamas, neturiu ramybės’.

4 Todėl taip kalbėjo Viešpats: ‘Ką Aš stačiau­nugriausiu ir ką sodinau­išrausiu.

5 Tu prašai sau didelių dalykų. Neprašyk, nes štai Aš bausiu visą kraštą, bet tavo gyvybę duosiu tau kaip grobį visose vietose, kur tik eisi’ ".