1 Μη αγανακτει δια τους πονηρευομενους, μηδε ζηλευε τους εργατας της ανομιας.
2 Διοτι ως χορτος ταχεως θελουσι κοπη, και ως χλωρα βοτανη θελουσι καταμαρανθη.
3 Ελπιζε επι Κυριον και πραττε το αγαθον· κατοικει την γην και νεμου την αληθειαν·
4 και ευφραινου εν Κυριω, και θελει σοι δωσει τα ζητηματα της καρδιας σου.
5 Αναθες εις τον Κυριον την οδον σου και ελπιζε επ' αυτον, και αυτος θελει ενεργησει·
6 και θελει εξαξει ως φως την δικαιοσυνην σου και την κρισιν σου ως μεσημβριαν.
7 Αναπαυου επι τον Κυριον και προσμενε αυτον· μη αγανακτει δια τον κατευοδουμενον εν τη οδω αυτου, δια ανθρωπον πραττοντα παρανομιας.
8 Παυσον απο θυμου και αφες την οργην· μηδολως αγανακτει ωστε να πραττης πονηρα.
9 Διοτι οι πονηρευομενοι θελουσιν εξολοθρευθη· οι δε προσμενοντες τον Κυριον, ουτοι θελουσι κληρονομησει την γην.
10 Διοτι ετι μικρον και ο ασεβης δεν θελει υπαρχει· και θελεις ζητησει τον τοπον αυτου, και δεν θελει ευρεθη·
11 οι πραεις ομως θελουσι κληρονομησει την γην· και θελουσι κατατρυφα εν πολλη ειρηνη.
12 Ο ασεβης μηχαναται κατα του δικαιου, και τριζει κατ' αυτου τους οδοντας αυτου.
13 Ο Κυριος θελει γελασει επ' αυτω, επειδη βλεπει οτι ερχεται η ημερα αυτου.
14 Οι ασεβεις εξεσπασαν ρομφαιαν και ενετειναν το τοξον αυτων, δια να καταβαλωσι τον πτωχον και τον πενητα, δια να σφαξωσι τους περιπατουντας εν ευθυτητι.
15 Η ρομφαια αυτων θελει εμβη εις την καρδιαν αυτων, και τα τοξα αυτων θελουσι συντριφθη.
16 Καλλιον το ολιγον του δικαιου παρα ο πλουτος πολλων ασεβων.
17 Διοτι οι βραχιονες των ασεβων θελουσι συντριφθη· τους δε δικαιους υποστηριζει ο Κυριος.
18 Γινωσκει ο Κυριος τας ημερας των αμεμπτων· και η κληρονομια αυτων θελει εισθαι εις τον αιωνα·
19 δεν θελουσι καταισχυνθη εν καιρω πονηρω· και εν ημεραις πεινης θελουσι χορτασθη.
20 Οι δε ασεβεις θελουσιν εξολοθρευθη· και οι εχθροι του Κυριου, ως το παχος των αρνιων, θελουσιν αναλωθη· εις καπνον θελουσι διαλυθη.
21 Δανειζεται ο ασεβης και δεν αποδιδει, ο δε δικαιος ελεει και διδει.
22 Διοτι οι ευλογημενοι αυτου θελουσι κληρονομησει την γην· οι δε κατηραμενοι αυτου θελουσιν εξολοθρευθη.
23 Οταν υπο Κυριου κατευθυνωνται τα διαβηματα του ανθρωπου, η οδος αυτου ειναι αρεστη εις αυτον.
24 Εαν πεση, δεν θελει συντριφθη· διοτι ο Κυριος υποστηριζει την χειρα αυτου.
25 Νεος ημην και ηδη εγηρασα, και δεν ειδον δικαιον εγκαταλελειμμενον ουδε το σπερμα αυτου ζητουν αρτον.
26 Ολην την ημεραν ελεει και δανειζει, και το σπερμα αυτου ειναι εις ευλογιαν.
27 Εκκλινον απο του κακου και πραττε το αγαθον, και θελεις διαμενει εις τον αιωνα.
28 Διοτι ο Κυριος αγαπα κρισιν, και δεν εγκαταλειπει τους οσιους αυτου· εις τον αιωνα θελουσι διαφυλαχθη· το δε σπερμα των ασεβων θελει εξολοθρευθη.
29 Οι δικαιοι θελουσι κληρονομησει την γην, και επ' αυτης θελουσι κατοικει εις τον αιωνα.
30 Το στομα του δικαιου μελετα σοφιαν, και η γλωσσα αυτου λαλει κρισιν.
31 Ο νομος του Θεου αυτου ειναι εν τη καρδια αυτου· τα διαβηματα αυτου δεν θελουσιν ολισθησει.
32 Κατασκοπευει ο αμαρτωλος τον δικαιον και ζητει να θανατωση αυτον.
33 Ο Κυριος δεν θελει αφησει αυτον εις τας χειρας αυτου, ουδε θελει καταδικασει αυτον οταν κρινη αυτον.
34 Προσμενε τον Κυριον και φυλαττε την οδον αυτου, και θελει σε υψωσει δια να κληρονομησης την γην· οταν εξολοθρευθωσιν οι ασεβεις, θελεις ιδει.
35 Ειδον τον ασεβη υπερυψουμενον και εξηπλωμενον ως την χλωραν δαφνην·
36 αλλ' ηφανισθη· και ιδου, δεν υπηρχε· και εζητησα αυτον, και δεν ευρεθη.
37 Παρατηρει τον ακακον και βλεπε τον ευθυν, οτι εις τον ειρηνικον ανθρωπον θελει εισθαι εγκαταλειμμα·
38 οι δε παραβαται θελουσιν ολως εξολοθρευθη· των ασεβων το εγκαταλειμμα θελει αποκοπη.
39 Των δικαιων ομως η σωτηρια ειναι παρα Κυριου· αυτος ειναι η δυναμις αυτων εν καιρω θλιψεως.
40 Και θελει βοηθησει αυτους ο Κυριος, και ελευθερωσει αυτους· θελει ελευθερωσει αυτους απο ασεβων και σωσει αυτους· διοτι ηλπισαν επ' αυτον.
1 Nesijaudink dėl piktadarių, nepavydėk nedorėliams.
2 Jie greitai bus nupjauti tartum žolė, suvys kaip žaliuojanti žolė.
3 Pasitikėk Viešpačiu ir daryk gera, tada gyvensi žemėje ir būsi pamaitintas!
4 Gėrėkis Viešpačiu, ir Jis suteiks tau, ko geidžia tavo širdis.
5 Pavesk Viešpačiui savo kelią, pasitikėk Juo, ir Jis veiks.
6 Jis padarys tavo teisumą kaip šviesą ir tavo teisybę kaip vidudienį!
7 Ilsėkis Viešpatyje ir kantriai lauk Jo! Nesijaudink dėl to, kad sekasi žmogui, kuris daro pikta.
8 Liaukis nirtęs ir palik rūstybę. Nesijaudink, kad nedarytumei pikta.
9 Piktadariai bus sunaikinti, bet tie, kurie laukia Viešpaties, paveldės žemę.
10 Nes dar trumpa valandėlė, ir nebeliks nedorėlio; kai žvalgysies, kur jis buvo, jo nebebus.
11 Bet romieji paveldės žemę ir gėrėsis taikos apstumu.
12 Nedorėlis rengia teisiajam pikta ir griežia prieš jį dantimis.
13 Viešpats juokiasi iš jo, nes mato jo galą.
14 Nedorėliai išsitraukia kardą, įtempia lanką, kad partrenktų beturtį ir vargšą, nužudytų tuos, kurie elgiasi dorai.
15 Jų kardas įsmigs į jų pačių širdį ir jų lankai suluš.
16 Teisiojo truputis yra geriau už daugelio nedorėlių turtus,
17 nes nedorėlių rankos bus sulaužytos, o teisiuosius palaiko Viešpats.
18 Viešpats žino teisiųjų dienas, jų paveldėjimas liks amžiams.
19 Jie nebus sugėdinti nelaimių metu, bado dienomis jie bus pasotinti.
20 O nedorėliai pražus ir Viešpaties priešai sutirps kaip avinėlių taukai; jie dings kaip dūmai.
21 Nedorėliai skolinasi ir negrąžina, o teisusis yra gailestingas ir duoda.
22 Jo palaimintieji valdys žemę, o Jo prakeiktieji bus sunaikinti.
23 Viešpats nukreipia žmogaus žingsnius ir Jam patinka jo keliai.
24 Jei jis klumpaneparkrinta, nes Viešpats laiko jo ranką.
25 Buvau jaunas ir pasenau, tačiau nemačiau, kad teisusis būtų užmirštas ir jo vaikai elgetautų.
26 Visada jis pasigaili ir skolina, jo vaikai yra palaiminti.
27 Traukis nuo pikto ir daryk gera, tai išliksi per amžius.
28 Viešpats mėgsta teisybę ir nepalieka savo šventųjų, bet saugo juos per amžius. O nedorėlių vaikai pražus.
29 Teisieji paveldės žemę ir gyvens joje amžinai.
30 Teisiojo burna kalba išmintingai, ir jo liežuviskas teisinga,
31 Dievo įstatymas yra jo širdyje; jo žingsniai nesvyruoja.
32 Nedorėlis tykoja teisiojo ir siekia jį nužudyti.
33 Viešpats jo nepaliks ano rankoje ir nepasmerks jo teisme.
34 Lauk Viešpaties ir laikykis Jo kelio. Jis išaukštins tave, kad paveldėtum žemę. Tu matysi, kaip nedorėliai žlugs.
35 Mačiau nedorėlį džiūgaujantį ir išsiplėtusį kaip šakotą kedrą.
36 Pro šalį ėjau, ir jo nebuvo, ieškojau jo, bet neradau.
37 Žiūrėk į tobuląjį ir stebėk teisųjį, nes tokių galasramybė.
38 Nusikaltėliai bus sunaikinti, nedorėlių galaspražūtis.
39 Teisiųjų išgelbėjimas ateina nuo Viešpaties; Jis yra jų stiprybė nelaimių metu.
40 Viešpats padės jiems ir išlaisvins juos. Jis išlaisvins juos iš bedievių ir išgelbės, nes jie pasitikėjo Juo.