1 Livra-me, ó SENHOR, do homem mau; guarda-me do homem violento,

2 Que pensa o mal no coração; continuamente se ajuntam para a guerra.

3 Aguçaram as línguas como a serpente; o veneno das víboras está debaixo dos seus lábios. (Selá.)

4 Guarda-me, ó Senhor, das mãos do ímpio; guarda-me do homem violento; os quais se propuseram transtornar os meus passos.

5 Os soberbos armaram-me laços e cordas; estenderam a rede ao lado do caminho; armaram-me laços corrediços. (Selá.)

6 Eu disse ao Senhor: Tu és o meu Deus; ouve a voz das minhas súplicas, ó Senhor.

7 Ó Deus o Senhor, fortaleza da minha salvação, tu cobriste a minha cabeça no dia da batalha.

8 Não concedas, ó Senhor, ao ímpio os seus desejos; não promovas o seu mau propósito, para que não se exalte. (Selá.)

9 Quanto à cabeça dos que me cercam, cubra-os a maldade dos seus lábios.

10 Caiam sobre eles brasas vivas; sejam lançados no fogo, em covas profundas, para que se não tornem a levantar.

11 Não terá firmeza na terra o homem de má língua; o mal perseguirá o homem violento até que seja desterrado.

12 Sei que o Senhor sustentará a causa do oprimido, e o direito do necessitado.

13 Assim os justos louvarão o teu nome; os retos habitarão na tua presença.

1 Ελευθερωσον με, Κυριε, απο ανθρωπου πονηρου· λυτρωσον με απο ανθρωπου αδικου·

2 Οιτινες διαλογιζονται πονηρα εν τη καρδια· ολην την ημεραν παραταττονται εις πολεμους.

3 Ηκονησαν την γλωσσαν αυτων ως οφεως· φαρμακιον ασπιδος ειναι υπο τα χειλη αυτων. Διαψαλμα.

4 Φυλαξον με, Κυριε, απο χειρων ασεβους· λυτρωσον με απο ανθρωπου αδικου· οιτινες εμηχανευθησαν να υποσκελισωσι τα διαβηματα μου.

5 Οι υπερηφανοι εκρυψαν κατ' εμου παγιδα, και με σχοινια ηπλωσαν δικτυα εις την διαβασιν μου· εστησαν δι' εμε βροχια. Διαψαλμα.

6 Ειπα προς τον Κυριον, Συ εισαι ο Θεος μου· ακροασθητι, Κυριε, της φωνης των δεησεων μου.

7 Κυριε Θεε, η δυναμις της σωτηριας μου, συ περιεσκεπασας την κεφαλην μου εν ημερα πολεμου.

8 Μη δωσης, Κυριε, εις τον ασεβη τας επιθυμιας αυτου· μη αφησης να εκτελεσθη ο στοχασμος αυτου, μηποτε υψωθωσι. Διαψαλμα.

9 Η πονηρια των χειλεων των περικυκλουντων με ας σκεπαση την κεφαλην αυτων.

10 Ανθρακες πεπυρακτωμενοι ας πεσωσιν επ' αυτους· ας ριφθωσιν εις το πυρ, εις λακκους βαθεις, δια να μη εγερθωσι πλεον.

11 Ανθρωπος κακογλωσσος ας μη στερεωθη επι της γης· η κακια θελει καταδιωξει τον αδικον ανθρωπον, εωσου απολεση αυτον.

12 Εξευρω οτι ο Κυριος θελει καμει την κρισιν του τεθλιμμενου και την δικην των πτωχων.

13 Βεβαιως οι δικαιοι θελουσι δοξολογει το ονομα σου· οι ευθεις θελουσι κατοικει εμπροσθεν του προσωπου σου.