1 Deus está na congregação dos poderosos; julga no meio dos deuses.

2 Até quando julgareis injustamente, e aceitareis as pessoas dos ímpios? (Selá.)

3 Fazei justiça ao pobre e ao órfão; justificai o aflito e o necessitado.

4 Livrai o pobre e o necessitado; tirai-os das mãos dos ímpios.

5 Eles não conhecem, nem entendem; andam em trevas; todos os fundamentos da terra vacilam.

6 Eu disse: Vós sois deuses, e todos vós filhos do Altíssimo.

7 Todavia morrereis como homens, e caireis como qualquer dos príncipes.

8 Levanta-te, ó Deus, julga a terra, pois tu possuis todas as nações.

1 Ο Θεος ισταται εν τη συναξει των δυνατων· αναμεσον των θεων θελει κρινει.

2 Εως ποτε θελετε κρινει αδικως, και θελετε προσωποληπτει τους ασεβεις; Διαψαλμα.

3 Κρινατε τον πτωχον και τον ορφανον· καμετε δικαιοσυνην εις τον τεθλιμμενον και πενητα.

4 Ελευθερονετε τον πτωχον και τον πενητα· λυτρονετε αυτον εκ χειρος των ασεβων.

5 Δεν γνωριζουσιν, ουδε νοουσι· περιπατουσιν εν σκοτει· παντα τα θεμελια της γης σαλευονται.

6 Εγω ειπα, θεοι εισθε σεις και υιοι Υψιστου παντες·

7 σεις ομως ως ανθρωποι αποθνησκετε, και ως εις των αρχοντων πιπτετε.

8 Αναστα, Θεε, κρινον την γην· διοτι συ θελεις κατακληρονομησει παντα τα εθνη.