1 Louvai ao Senhor. Ó minha alma, louva ao Senhor.

2 Louvarei ao Senhor durante a minha vida; cantarei louvores ao meu Deus enquanto eu for vivo.

3 Não confieis em príncipes, nem em filho de homem, em quem não há salvação.

4 Sai-lhe o espírito, volta para a terra; naquele mesmo dia perecem os seus pensamentos.

5 Bem-aventurado aquele que tem o Deus de Jacó por seu auxílio, e cuja esperança está posta no Senhor seu Deus.

6 O que fez os céus e a terra, o mar e tudo quanto há neles, e o que guarda a verdade para sempre;

7 O que faz justiça aos oprimidos, o que dá pão aos famintos. O Senhor solta os encarcerados.

8 O Senhor abre os olhos aos cegos; o Senhor levanta os abatidos; o Senhor ama os justos;

9 O Senhor guarda os estrangeiros; sustém o órfão e a viúva, mas transtorna o caminho dos ímpios.

10 O Senhor reinará eternamente; o teu Deus, ó Sião, de geração em geração. Louvai ao Senhor.

1 Αινειτε τον Κυριον. Αινει, η ψυχη μου, τον Κυριον.

2 Θελω αινει τον Κυριον ενοσω ζω· θελω ψαλμωδει εις τον Θεον μου ενοσω υπαρχω.

3 Μη πεποιθατε επ' αρχοντας, επι υιον ανθρωπου, εκ του οποιου δεν ειναι σωτηρια.

4 Το πνευμα αυτου εξερχεται· αυτος επιστρεφει εις την γην αυτου· εν εκεινη τη ημερα οι διαλογισμοι αυτου αφανιζονται.

5 Μακαριος εκεινος, του οποιου βοηθος ειναι ο Θεος του Ιακωβ· του οποιου η ελπις ειναι επι Κυριον τον Θεον αυτου·

6 τον ποιησαντα τον ουρανον και την γην, την θαλασσαν και παντα τα εν αυτοις· τον φυλαττοντα αληθειαν εις τον αιωνα·

7 τον ποιουντα κρισιν εις τους αδικουμενους· τον διδοντα τροφην εις τους πεινωντας. Ο Κυριος ελευθερονει τους δεσμιους.

8 Ο Κυριος ανοιγει τους οφθαλμους των τυφλων· ο Κυριος ανορθοι τους κεκυρτωμενους· ο Κυριος αγαπα τους δικαιους·

9 ο Κυριος διαφυλαττει τους ξενους· υπερασπιζεται τον ορφανον και την χηραν, την δε οδον των αμαρτωλων καταστρεφει.

10 Ο Κυριος θελει βασιλευει εις τον αιωνα· ο Θεος σου, Σιων, εις γενεαν και γενεαν. Αλληλουια.