1 Vinde, cantemos ao SENHOR; jubilemos à rocha da nossa salvação.

2 Apresentemo-nos ante a sua face com louvores, e celebremo-lo com salmos.

3 Porque o Senhor é Deus grande, e Rei grande sobre todos os deuses.

4 Nas suas mãos estão as profundezas da terra, e as alturas dos montes são suas.

5 Seu é o mar, e ele o fez, e as suas mãos formaram a terra seca.

6 Ó, vinde, adoremos e prostremo-nos; ajoelhemos diante do Senhor que nos criou.

7 Porque ele é o nosso Deus, e nós povo do seu pasto e ovelhas da sua mão. Se hoje ouvirdes a sua voz,

8 Não endureçais os vossos corações, assim como na provocação e como no dia da tentação no deserto;

9 Quando vossos pais me tentaram, me provaram, e viram a minha obra.

10 Quarenta anos estive desgostado com esta geração, e disse: É um povo que erra de coração, e não tem conhecido os meus caminhos.

11 A quem jurei na minha ira que não entrarão no meu repouso.

1 Δευτε, ας αγαλλιασθωμεν εις τον Κυριον· ας αλαλαξωμεν εις το φρουριον της σωτηριας ημων.

2 Ας προφθασωμεν ενωπιον αυτου μετα δοξολογιας· εν ψαλμοις ας αλαλαξωμεν εις αυτον.

3 Διοτι Θεος μεγας ειναι ο Κυριος, και Βασιλευς μεγας υπερ παντας τους θεους.

4 Διοτι εις αυτου την χειρα ειναι τα βαθη της γης· και τα υψη των ορεων ειναι αυτου.

5 Διοτι αυτου ειναι η θαλασσα, και αυτος εκαμεν αυτην· και την ξηραν αι χειρες αυτου επλασαν.

6 Δευτε, ας προσκυνησωμεν και ας προσπεσωμεν· ας γονατισωμεν ενωπιον του Κυριου, του Ποιητου ημων.

7 Διοτι αυτος ειναι ο Θεος ημων· και ημεις λαος της βοσκης αυτου και προβατα της χειρος αυτου. Σημερον εαν ακουσητε της φωνης αυτου,

8 μη σκληρυνητε την καρδιαν σας, ως εν τω παροργισμω, ως εν τη ημερα του πειρασμου εν τη ερημω·

9 οπου οι πατερες σας με επειρασαν, με εδοκιμασαν και ειδον τα εργα μου.

10 Τεσσαρακοντα ετη δυσηρεστηθην με την γενεαν εκεινην, και ειπα, ουτος ειναι λαος πεπλανημενος την καρδιαν, και αυτοι δεν εγνωρισαν τας οδους μου.

11 Δια τουτο ωμοσα εν τη οργη μου, οτι εις την αναπαυσιν μου δεν θελουσιν εισελθει.