1 Quando Jeová reconduziu os cativos de Sião, Éramos como aqueles que estão sonhando.

2 Então a nossa boca se encheu de riso, E a nossa língua de júbilo. Dizia-se então entre as nações: Grandes coisas tem feito Jeová por eles.

3 Grandes coisas tem feito Jeová por nós; Somos cheios de júbilo.

4 Faze, Jeová, voltar os nossos cativos Como as torrentes no Neguebe.

5 Aqueles que semeiam em lágrimas, Com júbilo ceifarão.

6 Embora alguém saia chorando, levando a semente para semear, Tornará a vir com júbilo, trazendo os seus feixes.

1 Οτε ο Κυριος επανεφερε τους αιχμαλωτους της Σιων, ημεθα ως οι ονειρευομενοι.

2 Τοτε ενεπλησθη το στομα ημων απο γελωτος και η γλωσσα ημων απο αγαλλιασεως· τοτε ελεγον μεταξυ των εθνων, Μεγαλεια εκαμε δι' αυτους ο Κυριος.

3 Μεγαλεια εκαμεν ο Κυριος δι' ημας· ενεπλησθημεν χαρας.

4 Επιστρεψον, Κυριε, τους αιχμαλωτους ημων, ως τους χειμαρρους εν τω νοτω.

5 Οι σπειροντες μετα δακρυων εν αγαλλιασει θελουσι θερισει.

6 Οστις εξερχεται και κλαιει, βασταζων σπορον πολυτιμον, ουτος βεβαιως θελει επιστρεψει εν αγαλλιασει, βασταζων τα χειροβολα αυτου.