1 Jeová, tenho clamado a ti, dá-te pressa em me acudir; Dá ouvidos à minha voz, quando a ti clamo.
2 Apresente-se a minha oração como incenso diante de ti, O erguer das minhas mãos como a oblação da tarde.
3 Põe vigia, Jeová, à minha boca, Guarda as portas dos meus lábios.
4 Não inclines o meu coração para o mal, Juntamente com homens que obram iniqüidade; E não coma eu das suas gulodices.
5 Fira-me o justo, isto será uma mercê; Repreenda-me, isto será como óleo sobre a minha cabeça; Não o recuse a minha cabeça, Mas continue ainda a minha oração contra a perversidade deles.
6 Quando os seus juízes forem precipitados duma penha abaixo, Ouvirão eles as minhas palavras, que são suaves.
7 Como quando se lavra e sulca a terra, São espalhados os nossos ossos à entrada da sepultura.
8 Pois em ti, Senhor Jeová, estão fitos os meus olhos: Em ti busco refúgio; não derrames a minha vida.
9 Guarda-me do laço que eles me armaram; E das armadilhas dos que obram iniqüidade,
10 Caiam os perversos nas suas próprias redes, Enquanto que eu ao mesmo tempo escape incólume.
1 Κυριε, προς σε εκραξα· σπευσον προς εμε· ακροασθητι της φωνης μου, οταν κραζω προς σε.
2 Ας κατευθυνθη ενωπιον σου η προσευχη μου ως θυμιαμα· η υψωσις των χειρων μου ας γεινη ως θυσια εσπερινη.
3 Βαλε, Κυριε, φυλακην εις το στομα μου· φυλαττε την θυραν των χειλεων μου.
4 Μη εκκλινης την καρδιαν μου εις πραγμα πονηρον, ωστε να εκτελω πραξεις ασεβεις μετα ανθρωπων εργαζομενων ανομιαν· μηδε να φαγω απο των εκλεκτων αυτων φαγητων.
5 Ας με κτυπα ο δικαιος· τουτο θελει εισθαι ελεος· και ας με ελεγχη· τουτο θελει εισθαι μυρον εξαιρετον· δεν θελει βλαψει την κεφαλην μου· διοτι μαλιστα και θελω προσευχεσθαι υπερ αυτων εν ταις συμφοραις αυτων.
6 Οτε οι αρχηγοι αυτων περιηρχοντο εις τοπους πετρωδεις, ηκουσαν τα λογια μου, οτι ησαν γλυκεα.
7 Τα οστα ημων διασκορπιζονται εν τω στοματι του ταφου, ως οταν τις κοπτη και σχιζη ξυλα επι την γην.
8 Δια τουτο οι οφθαλμοι μου, Κυριε Θεε, ατενιζουσι προς σε· επι σε ηλπισα· μη καταστρεψης την ψυχην μου.
9 Φυλαξον με απο της παγιδος, την οποιαν εστησαν δι' εμε, και απο των βροχων των εργαζομενων ανομιαν.
10 Ας πεσωσιν ομου οι ασεβεις εις τα δικτυα αυτων, ενω εγω θελω περασει αβλαβης.