1 Poema de Davi. Guardai-me, ó Deus, porque é em vós que procuro refúgio.

2 Digo a Deus: Sois o meu Senhor, fora de vós não há felicidade para mim.

3 Quão admirável tornou Deus o meu afeto para com os santos que estão em sua terra.

4 Numerosos são os sofrimentos que suportam aqueles que se entregam a estranhos deuses. Não hei de oferecer suas libações de sangue e meus lábios jamais pronunciarão o nome de seus ídolos.

5 Senhor, vós sois a minha parte de herança e meu cálice; vós tendes nas mãos o meu destino.

6 O cordel mediu para mim um lote aprazível, muito me agrada a minha herança.

7 Bendigo o Senhor porque me deu conselho, porque mesmo de noite o coração me exorta.

8 Ponho sempre o Senhor diante dos olhos, pois ele está à minha direita; não vacilarei.

9 Por isso meu coração se alegra e minha alma exulta, até meu corpo descansará seguro,

10 porque vós não abandonareis minha alma na habitação dos mortos, nem permitireis que vosso Santo conheça a corrupção.

11 Vós me ensinareis o caminho da vida, há abundância de alegria junto de vós, e delícias eternas à vossa direita.

1 Φυλαξον με, Θεε, διοτι επι σε ηλπισα.

2 Συ ψυχη μου, ειπας προς τον Κυριον, συ εισαι ο Κυριος μου· η αγαθοτης μου δεν εκτεινεται εις σε·

3 Αλλ' εις τους αγιους τους οντας εν τη γη και εις τους εξαιρετους, εις τους οποιους ειναι ολη μου η ευχαριστησις.

4 Οι πονοι των τρεχοντων κατοπιν αλλων θεων θελουσι πολλαπλασιασθη· εγω δεν θελω προσφερει τας εξ αιματος σπονδας αυτων, ουδε θελω λαβει εις τα χειλη μου τα ονοματα αυτων.

5 Ο Κυριος ειναι η μερις της κληρονομιας μου και του ποτηριου μου· συ διαφυλαττεις τον κληρον μου.

6 Αι μεριδες μου επεσον εις τοπους τερπνους· ελαβον ωραιοτατην κληρονομιαν.

7 Θελω ευλογει τον Κυριον τον νουθετησαντα με· ετι και εν καιρω νυκτος με διδασκουσιν οι νεφροι μου.

8 Ενωπιον μου ειχον τον Κυριον διαπαντος· διοτι ειναι εκ δεξιων μου, δια να μη σαλευθω.

9 Δια τουτο ευφρανθη η καρδια μου και ηγαλλιασεν η γλωσσα μου· ετι δε και η σαρξ μου θελει αναπαυθη επ' ελπιδι.

10 Διοτι δεν θελεις εγκαταλειψει την ψυχην μου εν τω αδη, ουδε θελεις αφησει τον Οσιον σου να ιδη διαφθοραν.

11 Εφανερωσας εις εμε την οδον της ζωης· χορτασμος ευφροσυνης ειναι το προσωπον σου· τερπνοτητες ειναι διαπαντος εν τη δεξια σου.